Ζουν ανάμεσά μας
O κακός οδηγός, ο κακός αναβάτης και το κακό συναπάντημα. Σε καθημερινή βάση τους συναντούμε στους δρόμους μας. Και είναι μεγάλης σημασίας ζήτημα να μπορούμε να τους αναγνωρίζουμε… έτσι ώστε να τους αποφεύγουμε. Kείμενο: Βασίλης Αντζουλάτος
Άγνοια, Αδιαφορία, Ατομισμός. Μπορείτε να θυμάστε τα “3Α” σαν χαρακτηριστικά των κακών αναβατών και να κρατάτε αποστάσεις. Αν στο δρόμο μας συναντήσουμε έναν κακό αναβάτη σκούτερ ή μοτοσυκλέτας το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να μην προσπαθήσουμε να τον ανταγωνιστούμε – αν και αυτοματοποιημένα αυτή η επιθυμία αναδύεται πρώτη – αλλά να τον αφήσουμε να φύγει. Γιατί τα “κόλπα” του είναι πολλά, όπως και τα σημάδια και οι συνήθειές του τις οποίες παραθέτουμε πιο κάτω.
Ο κακός αναβάτης δεν δίνει σημασία σε κανέναν στο δρόμο, γιατί αδιαφορεί για οτιδήποτε άλλο εκτός από τον εαυτό του και το δρόμο που κοιτάζει μπροστά του. Δεν θα κοιτάξει καθρέφτες πριν αλλάξει λωρίδα, ούτε θα γυρίσει το κεφάλι του για να δει τι βρίσκεται πίσω του. Δεν θα βγάλει φλας πριν στρίψει ή πριν σταματήσει στην άκρη του δρόμου. Στην πραγματικότητα νομίζει ότι κινείται μόνος του, για αυτό λέμε ότι “νομίζει ότι ο δρόμος του ανήκει” και δεν συνειδητοποιεί ότι τον μοιράζεται μαζί με χιλιάδες άλλους συνανθρώπους του. Αυτή η αδιάφορη και εγωιστική συμπεριφορά “ένας και εκλεκτός, ανώτερος των υπολοίπων” δημιουργεί ένα σωρό προβλήματα και κινδύνους, σε εμάς που κινούμαστε μαζί του.
Ο κακός αναβάτης δημιουργεί πολλά προβλήματα στους διαδρόμους διήθησης. Φανταστείτε την πυκνή, προβληματική κίνηση των δρόμων της πόλης γεμάτη αυτοκίνητα σαν έναν βάλτο ή ακόμα καλύτερα σαν ένα ναρκοπέδιο. Απροσπέλαστο παρά μόνο από μια ασφαλή λωρίδα, ένα μονοπάτι που δημιουργείται ανάμεσα στις νάρκες-αυτοκίνητα που εγκυμονούν κινδύνους για τους δικυκλιστές.
Όταν δημιουργείται ένας διάδρομος για τη διήθηση, για την κίνηση των σκούτερ και των δίτροχων ανάμεσα στα αυτοκίνητα, αυτό σημαίνει αυτόματα ότι ο ένας κινείται πίσω από τον άλλον. Και έτσι ο πρώτος της ομάδας πρέπει να είναι ικανός, γρήγορος και αποτελεσματικός για να κινηθούν γρήγορα κι αυτοί που τον ακολουθούν.
Ο κακός αναβάτης είναι αυτός που ξεκινάει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα στα φανάρια για να μπει πρώτος στο διάδρομο διήθησης και να υποχρεώσει όλους τους υπόλοιπους να τον ακολουθήσουν. Κι όταν μπει πρώτος στο διάδρομο κόβει ταχύτητα για διάφορους λόγους, όπως: γιατί ας πούμε δεν είναι καλός στον υπολογισμό των άκρων του τιμονιού του σε σχέση με τους καθρέφτες των αυτοκινήτων. Γιατί απλώς δεν θέλει να ακολουθεί κανέναν ή το χειρότερο γιατί δεν βιάζεται…
Το αστείο είναι ότι σε περίπτωση που η ουρά των αναβατών κινείται αργά μέσα στον διάδρομο και ο κακός αναβάτης βρίσκεται τελευταίος, τότε καταφέρνει να κάνει και πάλι κάτι πολύ επικίνδυνο. Φεύγει από το μονοπάτι και δημιουργεί δεύτερο παράλληλο διάδρομο με αποτέλεσμα να κινούνται δύο γραμμές δικυκλιστών, που προσπερνούν δεξιά-αριστερά αυτοκίνητα. Σε αυτή την περίπτωση είναι δύσκολο για τους αυτοκινητιστές, να ελέγχουν και από τις δύο πλευρές για δίτροχα και για να μην εμποδίσουν ή χτυπήσουν κάποιον πρέπει να κινούνται απολύτως ίσια χωρίς την παραμικρή παρέκκλιση της πορείας τους. Κάτι πολύ δύσκολο.
Μια ακόμα συνήθεια του κακού αναβάτη, όσον αφορά στους διαδρόμους διήθησης, είναι η τοποθέτησή του στο δρόμο που φέρνει το “μπλοκάρισμα” όλων των υπόλοιπων πίσω του, όταν είναι σταματημένος πρώτος στο φανάρι. Έτσι εγκλωβίζονται πολλοί δικυκλιστές ανάμεσα σε αυτοκίνητα, κάτι επικίνδυνο όταν ξεκινήσουν όλοι μαζί (αυτοκίνητα και δίτροχα) στο πράσινο φανάρι με τα δεύτερα να ισορροπούν ανάμεσα σε δυο σιδερένιες κινούμενες μάζες σε περιορισμένο χώρο. Όμως το ξεμπλοκάρισμα των αναβατών από τον διάδρομο διήθησης πρέπει να γίνεται με σύνεση και προσεκτικά, έτσι ώστε να μην εμποδίζεται η διάβαση των πεζών (που πρέπει να είναι π.χ. 6 μέτρα, όπως συμβαίνει συνήθως) ειδικά σε πολυσύχναστους οδικούς κόμβους. Ο δρόμος ανήκει σε όλους και καλό είναι να το θυμόμαστε αυτό.
Ο κακός αναβάτης δεν προσέχει και το σκούτερ του. Κλασική περίπτωση και σημάδι είναι, εκτός από την συνολική εικόνα εγκατάλειψης του δίτροχού του, το σφύριγμα της τελικής μετάδοσης για παράδειγμα. Διαλυμένα φυγοκεντρικά, ιμάντες που είναι έτοιμοι να σπάσουν ανά πάσα στιγμή μπλοκάροντας τον πίσω τροχό, μπίλιες και καμπάνες που έχουν φαγωθεί πέρα από το όριό τους. Για τον κακό αναβάτη τα λάστιχα είναι “κάτι μαύρα στρογγυλά πράγματα” που ντύνουν τις ζάντες και “τους βάζουμε αέρα όποτε θυμηθούμε”. Γδαρσίματα και πλαστικά που τρίζουν, φρένα που δεν “πιάνουν”, φλας που δεν ανάβουν. Κι όλα αυτά πηγαίνουν παρέα με την ατελή συντήρηση και φροντίδα του σκούτερ του. Πράγματα που κάνουν το σκούτερ και τον αναβάτη… “κινούμενο κίνδυνο”.
Πέρα από το σκούτερ και τη συντήρησή του και ο εξοπλισμός του κακού αναβάτη είναι ένα ασήμαντο θέμα. Τους βλέπουμε κάθε μέρα να οδηγούν σκούτερ με ακατάλληλα ρούχα, δηλαδή “κανονικά” ρούχα, καθημερινά. Δυστυχώς ή ευτυχώς τα σκούτερ και τα δίτροχα απαιτούν τον κατάλληλο εξοπλισμό που είναι ειδικά σχεδιασμένος. Είναι αυτή η περίφημη “παθητική ασφάλεια” που πρέπει να γίνεται σεβαστή και αφορά χέρια, πόδια, κορμό και κυρίως το κεφάλι του αναβάτη. Είναι πολύ σκληρό, αλλά δεν πρέπει να έχουμε κανένα σεβασμό σε αυτόν που καβαλάει σκούτερ, μοτοσυκλέτα ή δίκυκλο χωρίς να φοράει κράνος. Και δυστυχώς και καμία λύπηση…
Τον κακό αναβάτη μπορεί να τον διακρίνει κάποιος από την πορεία του στο δρόμο, αλλά και από τον τρόπο που κάθεται πάνω στη σέλα. Θα εντυπωσιαστείτε αν κάνετε τον κόπο να παρατηρήσετε το πόσοι γύρω μας δεν κάθονται κεντραρισμένοι στη μέση της σέλας, αλλά γέρνουν προς τη μία ή την άλλη πλευρά! Ή δεν κάθονται στο σωστό σημείο της σέλας, ώστε να έχουν στήριξη ή δεν τοποθετούν σωστά τα πόδια τους πάνω στο δάπεδο, έτσι ώστε να μπορούν να κοντράρουν/στηρίξουν το σώμα τους σε περίπτωση έντονης επιβράδυνσης.
Η δε πορεία του στο δρόμο είναι απρόβλεπτη, με αψυχολόγητες αλλαγές γραμμών και με την τοποθέτησή του στη λωρίδα (πχ αριστερά) να εμποδίζει τη νόμιμη προσπέραση, εμποδίζοντας παράλληλα αυτούς που τον ακολουθούν.
Ο κακός αναβάτης παρκάρει όπου να ‘ναι. Όπου του καπνίσει, χωρίς να ενδιαφέρεται για το τι συμβαίνει γύρω του και τι προβλήματα προκαλεί στους υπόλοιπους. Κλείνει πεζοδρόμια και εμποδίζει πεζούς. Κι όταν παρκάρει το σκούτερ του δίπλα από άλλα δίτροχα θα το κάνει με τέτοιο τρόπο που είτε εμποδίζει κάποιον ήδη παρκαρισμένο ή θα καταναλώνει διπλάσιο χώρο απ’ ότι του αναλογεί. Δεν κρατάει παραλληλίες, δεν ασχολείται με το πως θα εξυπηρετηθούν κι άλλοι σαν αυτόν. Το κλασικό “δυο λεπτά θα κάνω, δεν εμποδίζω” λειτουργεί τοξικά και σε αυτή την περίπτωση.
Ο κακός αναβάτης εννοείται ότι γράφει στα παλιά του τα παπούτσι τον ΚΟΚ. Τρέχει με μεγάλη ταχύτητα εκεί που δεν πρέπει, σε δευτερεύοντες δρόμους, σε δρόμους που διασχίζουν γειτονιές και περνούν έξω από σχολεία και πυκνοκατοικημένες περιοχές. Βλέπει πράσινο φανάρι και θεωρεί ότι πρέπει να πηγαίνει όσο πιο γρήγορα και φυσικά απαιτεί από όλους όσους βρίσκονται μπροστά του να κάνουν στην άκρη να περάσει. Λες και οι ελληνικοί δρόμοι είναι γερμανικές αούτομπαν χωρίς όριο ταχύτητας.
Το πιο σημαντικό ίσως είναι ότι ο κακός αναβάτης (και οδηγός) πολλές φορές γνωρίζει ότι παρανομεί, αλλά θεωρεί τον εαυτό του ξεχωριστό, εξαίρεση. Με τη μόνη διαφορά ότι όταν έχουμε πολλές εξαιρέσεις μαζί, τότε αυτές παύουν να είναι εξαιρέσεις και δημιουργούν τον κανόνα.
Οι στρατιές άσχετων, επιθετικών εγωιστών αναβατών και οδηγών τύπου “μόνο εγώ υπάρχω και οδηγάω όπως θέλω”, φτιάχνουν έναν εκρηκτικό συνδυασμό που διαμορφώνει τις ιδιοτροπίες της κίνησης στους ελληνικούς δρόμους.
Και τελικά ας μας πει κάποιος: όλοι αυτοί “ζουν ανάμεσά μας” ή μήπως, εμείς “ζούμε ανάμεσά τους”;