Από τα σκούτερ… στα 38 Παγκόσμια Πρωταθλήματα
Τι αστείο κι αυτό; Να πιστεύεις με σιγουριά ότι μια εταιρία, η MV Agusta συγκεκριμένα, είναι απόλυτα συνδεδεμένη με τις εξεζητημένες super sport κατασκευές και τους αγώνες μοτοσυκλέτας, ενώ η πραγματικότητα είναι ότι στο ξεκίνημά της κατασκεύαζε αποκλειστικά μικρές μοτοσυκλέτες και σκούτερ. Η Ferrari της μοτοσυκλέτας έφτιαχνε σκούτερ… άκου να δεις. Kείμενο: Βασίλης Αντζουλάτος
Ένας από τους λόγους που οι δούκες Vincenzo και Domenico Agusta είχαν δημιουργήσει την MV Agusta ήταν για να πουλάνε στην αγορά απλά, καθημερινής μετακίνησης δίκυκλα, έτσι ώστε να χρηματοδοτούν το πάθος τους για τους αγώνες. Κάτι που ίσχυε και στην περίπτωση του Enzo Ferrari και τις δραστηριότητές του στους τέσσερις τροχούς.
Η ΜV Agusta κατασκεύαζε σκούτερ, μικρού κυβισμού και μοτοσυκλέτες (αλλά και επαγγελματικά τρίκυκλα) από 125 μέχρι 150 cc κατά τη δεκαετία του ’40, το ’50 και του ’60.
Μόνο όταν άρχισαν να μειώνονται οι πωλήσεις των μικρών μοτοσυκλετών και δημιουργήθηκε ζήτηση για μεγαλύτερους κυβισμούς η MV παρουσίασε ένα δικύλινδρο 250άρι και αργότερα ένα 350άρι.
Κάτι που δεν είναι γενικότερα γνωστό είναι ότι η εταιρία παρουσίασε την πρώτη τετρακύλινδρη παραγωγής το 1966 την MV Agusta 600, μια πολύ άσχημη μοτοσυκλέτα με τετρακύλινδρο σε σειρά και τελική μετάδοση με άξονα. Τρία χρόνια πριν τους Ιάπωνες και την Honda CB 750.
Αργότερα η Agusta πέρασε και σε σπορ μοτοσυκλέτες με κινητήρα 750 cc. Σημειώστε εδώ μια ιδιαιτερότητα των σπορ μοτοσυκλετών παραγωγής της MV Agusta: στην τελική μετάδοση χρησιμοποιούσαν διαφορικό. Λέγεται ότι γινόταν επίτηδες έτσι ώστε να μην πάρει κάποια ιδιωτική ομάδα τους κινητήρες τους και ανταγωνιστεί την MV Agusta μέσα στις πίστες ταχύτητας!
Το 1949 στο σαλόνι του Μιλάνου στο περίπτερο της ιταλικής μάρκας που ήταν διάσημη από τις δραστηριότητές της στην αεροναυπηγική, παρουσιάζεται ένα… σκούτερ! Η διάσημη φίρμα MV (Meccanica Verghera, Agusta) από την Casina Costa του Βαρέζε στη Βόρεια Ιταλία, ήταν μια βιομηχανία αεροναυπηγικής που ιδρύθηκε το 1923 από τον δούκα Giovanni Agusta, που είχε καταγωγή από την Σικελία.
Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου η MV είχε βάλει το λιθαράκι της στην στρατιωτική μηχανή της φασιστικής Ιταλίας και μετά τη λήξη του πολέμου το 1945 οι αδελφοί, δούκες Vincenzo και Domenico Agusta δημιούργησαν την MV Agusta για να ασχοληθούν με τους δύο τροχούς. Στόχοι τους ήταν πρώτα να συνεχίσει το εργοστάσιο να έχει δουλειά, κι ύστερα να μπορέσουν να ασχοληθούν με τις μοτοσυκλέτες και τα δίτροχα γενικότερα.
Η έλλειψη πρώτων υλών στη μεταπολεμική Ιταλία και η ανάγκη για μετακίνηση των πληθυσμών, να μετακινηθούν προς τους χώρους εργασίας τους, ανέδειξαν τα σκούτερ, τα μοτοποδήλατα και τις μικρές μοτοσυκλέτες σε είδος (αν όχι πρώτης) δεύτερης ανάγκης. Και όταν υπάρχουν πολλά δίτροχα στους δρόμους και δη τους ιταλικούς, οι αγώνες δεν αργούν να ξεκινήσουν. Ήδη από το 1948 η MV Agusta παρουσίασε ένα αγωνιστικό δίχρονο 125cc που έτρεξε στο ιταλικό Grand Prix στην Monza, το οποίο κέρδισε βάζοντας το όνομα της εταιρίας στο χάρτη.
Ένα παράδοξο της ιστορίας που δεν γνωρίζουν πολλοί είναι ότι η πρώτη μοτοσυκλέτα της MV Agusta ήταν μια μικρή δίχρονη 98cc που παρουσιάστηκε την Άνοιξη του 1945 είχε το όνομα “Vespa 98”!
Η “Βέσπα της Εμ-Βι Αγκούστα” βγήκε στους δρόμους, βγήκαν οι πρώτες φωτογραφίες, αλλά μόλις οι άνθρωποι της MV ανακάλυψαν ότι το όνομα είχε πατενταριστεί από την Piaggio το απέσυραν ξαναβαφίζοντας το μοντέλο απλά… “98”. Ένα χρόνο μετά την παρουσίασή του το MV Agusta 98 άρχισε να κερδίζει τοπικούς αγώνες. Αγώνες λοιπόν από την πρώτη στιγμή το θρυλικό μετέπειτα ιταλικό εργοστάσιο, αλλά το ξεκίνημα έγινε με μικρή μοτοσυκλέτα που δεν έφτανε καν τα 100 κυβικά.
Πάμε λοιπόν πίσω στο 1949 και το πρώτο σκούτερ της Agusta, που δεν υιοθετούσε την υψηλή τεχνολογία, αλλά κινείτο στις γραμμές του ανταγωνισμού. Με μονόμπρατση ανάρτηση μπροστά, όπως μονόμπρατση ήταν και η οπίσθια ανάρτηση και τελική μετάδοση με αλυσίδα. Το όνομά του ήταν όσο πιο απλό γινόταν, δηλαδή… MV Agusta “A”
MV Agusta “A” 125, 1949-1950
Ο κινητήρας του “Α” ήταν δίχρονος 125 κυβικών με ιπποδύναμή 5 ίππων στις 4.800 στροφές το λεπτό. Το μοτέρ ήταν μονομπλόκ και το 4άρι κιβώτιο άλλαζε ταχύτητες από το αριστερό πόδι του αναβάτη με κανονικό συμπλέκτη. Το σκούτερ MV Αgusta “Α” και “Β” παρουσιάστηκαν ταυτόχρονα στην αγορά και τα δυο με πλαίσια από πρεσαριστή λαμαρίνα, μόνο που είχαν την εξής διαφορά: το Α ήταν το γυμνό-φθηνότερο σκούτερ με προβολέα στο τιμόνι και τιμή 170 χιλιάδων λιρετών και το “Β” ήταν το ντυμένο με καπάκια και το πιο λουσάτο, με σταθερό προβολέα πάνω στην ποδιά και τιμή 208 χιλιάδων λιρετών.
Όπως και να έχει 2.700 κομμάτια φτιάχτηκαν από το “Α”
MV Agusta “Β” 125, 1949-1950
Το “Β” ήταν το πρώτο σκούτερ που κατασκεύασε η MV Agusta στην Cascina Costa. Ο προβολέας βρισκόταν πάνω στην ποδιά και καπάκια κάλυπταν τα πλάγια του σκούτερ. Το δάπεδο ήταν επίπεδο και στο μέσον του τιμονιού υπήρχε ένδειξη της ταχύτητας που είχε επιλεχθεί. Γαλάζιο ήταν το πιο δημοφιλές χρώμα. Το Β εξελίχθηκε σε CSL το 1950 και έχει τον ίδιο κινητήρα με το C.
Αποτελούσε το πιο ακριβό σκούτερ της MV Agusta στις 270.000 λιρέτες, γι’ αυτό και παρουσιάστηκε και το “Α” που κόστιζε λιγότερο. Κατασκευάστηκαν 2.000 κομμάτια του MV Agusta “Β”,
MV Agusta CGT 125, 1950 -1953
Το CGT αποτελεί την εξέλιξη του “A” με το ‘GT’ να σημαίνει Gran Turismo. Η πρώτη του παρουσίαση έγινε το 1950 στο σαλόνι της Γενεύης και αρχικά το βάφτισαν “Popolare” (λαϊκό) μετά “Normale” (κανονικό) για να καταλήξουν στο CGT.
Είχε τον ίδιο κινητήρα με το “Α” με τούνελ στο δάπεδο. Παρήχθη σε δύο εκδόσεις: η πρώτη με προβολέα στο τιμόνι και η δεύτερη στην ποδιά. Το πιο δημοφιλές χρώμα ήταν το γαλάζιο.
Το μπροστινό μέρος του χρησιμοποιούσε τα ίδια εξαρτήματα με το CSL, αλλά λόγω των λιγότερων τμημάτων το CGT ήταν φθηνότερο στις 175,000 κάνοντας την τιμή του ανταγωνιστική με 6 ίππους, 4 ταχύτητες και τελική 80 Km/h. Το CGT ζύγιζε 86 Kg. Η παραγωγή του έφτασε τα 5.300 κομμάτια.
MV Agusta CSL 125, 1950 -1952
Ένα χρόνο μετά, το 1950 εμφανίστηκε το CSL (C Super Lusso) που ήταν η εξέλιξη του MV Agusta “Β”. Βελτιωμένο ήταν το πλαίσιο, με ανάμικτα σωληνωτά και πρεσαριστά τμήματα. Βασική διαφορά από το προηγούμενο μοντέλο ήταν το τούνελ-εισαγωγή αέρα στο μέσον του δαπέδου για να ψύχεται ο δίχρονος 125άρης κινητήρας που κρυβόταν πίσω από λαμαρίνες.
Στο σύνολό του το design των σκούτερ της MV Αgusta ήταν διαφορετικό από τις Vespa και τις Lambretta, με το ανώτερο μέρος της ποδιάς, να είναι πιο μεγάλο και πιο “τετραγωνισμένο”. Η ειδοποιός διαφορά ήταν ότι ο δίχρονος 125άρης, μοτοσυκλετιστικός κινητήρας που είχε όρθιο κύλινδρο προερχόταν από τις μοτοσυκλέτες της εταιρίας. Για να βελτιωθεί η ψύξη ο κινητήρας ήταν εφοδιασμένος με μια φτερωτή που ήταν τοποθετημένη στην άκρη του βολάν. Ο δίχρονος κινητήρας είχε 123 κυβικά εκατοστά η τροφοδοσία του γινόταν μέσω ενός καρμπυρατέρ 17mm και η απόδοσή του έφτανε τους 5 ίππους. Το κιβώτιο ταχυτήτων είχε 4 σχέσεις, ενώ ένα από τα ενδιαφέροντα τεχνικά χαρακτηριστικά του ήταν ότι η αναλογία βενζίνης/λαδιού καύσης έφτανε το 6%!
Οι τροχοί ήταν 10 ιντσών, το μετξόνιο μικρό, όπως και το βάρος (88 κιλά) και έτσι το το ευέλικτο σκούτερ μπορούσε να φτάσει την τελική των 80 χαω.
Μέχρι τη λήξη της παραγωγής είχανν κατασκευαστεί 2.500 κομμάτια, αριθμοί που σαν αστείοι και μόνο φαίνονταν μπροστά στη μαζική παραγωγή των δεκάδων χιλιάδων και αργότερα εκατοντάδων χιλιάδων σκούτερ της Piaggio (Vespa) και της Innocenti (Lambretta).
MV Agusta Ovunque 125, 1951-1954
Γυμνό, απλό και όσο το δυνατόν πιο οικονομικό, το Ovunque έγινε το πιο πετυχημένο και καλοπουλημένο σκούτερ της MV Agusta. Το σκούτερ ονομαζόταν “Παντού”, δηλαδή Ovunque, με το κύριο χαρακτηριστικό του να είναι το μονοσώληνο πλαίσιο από σωλήνα μεγάλης διαμέτρου, όπως οι Λαμπρέτες.
Παρότι έμοιαζε με τους κινητήρες των υπόλοιπων MV είχε 3άρι σαζμάν και αλλαγές ταχυτήτων από το αριστερό άκρο του τιμονιού αλα Vespa. Aντί για ξεχωριστό ψαλίδι, οπως γινόταν στα προηγούμενα μοντέλα, τώρα οι κάσες του κινητήρα χρησιμοποιούνταν σαν ψαλίδι, σαν ανάρτηση, με ένα αμορτισέρ. Δυο εκδόσεις κατασκευάστηκαν η O51, με μονή εξάτμιση και η O52, με διπλή εξάτμιση. Κατασκευάστηκαν 10.000 μονάδες, στοιχείο που την κάνει το δημοφιλέστερο σκούτερ της MV Agusta.
MV Agusta CGT 150, 1952- 1953
Το 1952 το εργοστάσιο της MV Agusta έφτιαξε μια έκδοση 150cc του σκούτερ CGT. Όπως και στο 125 ο κινητήρας ήταν εκτεθειμένος με απευθείας ψύξη χωρίς φτερωτή. Η ιποδύναμή του έφτανε τους 5,5 ίππους και η τροφοδοσία γινόταν από ένα 20άρι καρμπυρατέρ. Το κιβώτι ήταν 4 σχέσεων και η τελική του 85 Km/h. Η μικρή μεταλλική μπαγκαζιέρα στην ουρά ήταν ευπρόσδεκτη εξέλιξη. Το βάρος του σκούτερ με τους 10άρηδες τροχούς έφτανε τα μόλις 86 κιλά και η κατανάλωση ήταν στα 3 λίτρα στα 100 km και το ντεπόζιτο χωρούσε 7 λίτρα. Μόλις 1.000 κομμάτια κατασκευάστηκαν και η τιμή του έφτανε τις 187.000 λιρέτες. Το πιο δημοφιλές χρώμα ήταν το γαλάζιο.
MV Augusta Chicco 155, 1960-1963
Το 1960, μετά από οκτώ χρόνια αποχής από την κατασκευή σκούτερ η εταιρία παρουσιάζει το πολύ συμπαθητικό MV Agusta Chicco, μόνο σε λευκό χρώμα με κινητήρα 155 κυβικών, το οποίο μάλιστα βρήκε τον δρόμο του μέχρι την Ελλάδα. Μερικά MV Agusta Chicco αγοράστηκαν από τη ΔΕΗ για υπηρεσιακούς σκοπούς.
Η MV παρουσίασε το Chicco στο σαλόνι του Μιλάνου τον Νοέμβριο του 1959 και λόγω της δημοφιλίας του παρέμεινε στην παραγωγή μέχρι το 1963. Παρότι είχε παραδοσιακή εμφάνιση κάτω από τα καπάκια του διέθετε ένα κινητήρα μοτοσυκλέτας. Ο 5.5 ίππων, 155cc μονοκύλινδρος, δίχρονος κινητήρας είχε οριζόντιο κύλινδρο και πρωτεύουσα μετάδοση με αλυσίδα.
Ο κινητήρας του Chicco δεν είχε καμία σχέση με οποιονδήποτε άλλον της MV και είχε φτιαχτεί αποκλειστικά για αυτό το σκούτερ. Η βεβιασμένη ψύξη (με φτερωτή), το πλαίσιο από πρεσαριστή λαμαρίνα και το σταθερό μπροστινό φτερό, τα ιδιόμορφα πλαϊνά καπάκια, ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά του. Φορούσε τροχούς 10 ιντσών και το βάρος του έφτανε τα -αρκετά- 120 κιλά. Η τιμή του το 1960 ήταν 157,500 λιρέτες. Στα 3 χρόνια που το MV Augusta Chicco παρέμεινε στην παραγωγή κατασκευάστηκαν 3.131 κομμάτια.