Βασιλικότερον του Βασιλέως…
Το πιο πρόσφατο καυτό νέο στον χώρο των σκούτερ στην Ελλάδα, από τον Σεπτέμβριο που άρχισαν να φτάνουν στ’ αυτιά μας οι πρώτες πληροφορίες, είναι το Piaggio Beverly 350 Sport Touring. Και μόνο το γεγονός ότι είναι ένα Beverly, αρκεί για να πάρει διαβατήριο για την ελληνική αγορά, η οποία επί σειρά ετών το ανεβάζει στην πρώτη θέση των πωλήσεων. Αφήστε δε, ότι τώρα διαθέτει ακόμα μεγαλύτερο κινητήρα “350”. ΚΕΙΜΕΝΟ: ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΝΤΖΟΥΛΑΤΟΣ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΜΙΧΑΛΗΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ
Η ανακοίνωση και μόνο του κυβισμού του νέου Beverly είναι ικανή να φέρει ρίγη στους ιδιοκτήτες των “μικρών” 300αριών Beverly: τρακόσα-πενήντα! Αμέσως μόλις ανακοινώθηκαν τα πρώτα τεχνικά χαρακτηριστικά του 350, άρχισε και η επιμελής σύγκριση αριθμών. Τόσο βάρος, τόσοι ίπποι, τόσο το λάδι, τόσο το ξύδι… Τι είναι όμως άραγε το Sport Touring 350;
Γιατί είναι τόσο σημαντικό στην αγορά; Τι θέλει να πετύχει με την εμφάνισή του; Κατ’ αρχήν, το 350 Sport Touring έχει να αντιμετωπίσει τον “μεγάλο εσωτερικό εχθρό” στην Ιταλία, που δεν είναι άλλος από το (ντόπιας παραγωγής) Honda SH 300, το οποίο έρχεται πρώτο σε πωλήσεις (πατήστε ΕΔΩ για να διαβάσετε το άρθρο). Ύστερα, το 350 κουβαλάει το τεράστιο βάρος του ονόματος που πρέπει να συνεχιστεί με επιτυχία. Το βάρος αυτό έχει ονοματεπώνυμο: τριακόσιες-χιλιάδες-πωλήσεις Beverly, μέσα στην τελευταία δεκαετία!
Ο νέος κινητήρας των 330 (κι ας λέγεται “350”) κυβικών εκατοστών έχει παρεμφερείς εξωτερικές διαστάσεις με τον “300άρη” Quasar που ήταν 278 κ.εκ. Εντάξει, μην παραξενεύεστε που άλλος είναι ο πραγματικός κυβισμός, άλλος ο “κωδικός” – αυτές είναι πρακτικές που συνηθίζονται στα σκούτερ και τις μοτοσυκλέτες από αμνημονεύτων χρόνων… μέχρι σήμερα. Μιας και οι διαστάσεις των δύο κινητήρων είναι παρόμοιες, το πλαίσιο δεν χρειάστηκε να ξανασχεδιαστεί από την αρχή ώστε να δεχτεί τις καινούργιες κάσες, κάτι που μεταφράζεται σε όφελος, οικονομικό κυρίως, και για τον κατασκευαστή, αλλά και για τους καταναλωτές (κάτι που αντικατοπτρίζεται και στην τελική τιμή). Απαράλλαχτη παρέμεινε και η εμφάνιση, γεγονός καλοδεχούμενο, αφού η σχεδίαση των Beverly τελευταίας γενιάς είναι ευρύτερα αποδεκτή, αναδεικνύοντας το ιταλικό design σε υψηλά επίπεδα.
Εκείνο που διατείνεται η Piaggio, ότι, δηλαδή, το νέο 350 “έχει τις διαστάσεις του 300 με τις επιδόσεις του 400” ισχύει πέρα για πέρα και γι’ αυτό τον λόγο καταργήθηκε εξάλλου και το Beverly 400 από την γκάμα της Piaggio. Με τον κυβισμό να ανεβαίνει κατά 52 cc, η αύξηση της ιπποδύναμης έφτασε το 50%! Οι 22,2 ίπποι έγιναν 33,3 (η διαφορά ακούγεται τεράστια), ενώ την ίδια στιγμή το βάρος έχει μεγαλώσει κατά 12 κιλά (στα 177) – δηλαδή ελάχιστα. Παράλληλα, για να μεταφέρεται πιο σωστά η δύναμη του νέου κινητήρα στην άσφαλτο, το πίσω λάστιχο έχει φαρδύνει στα 150/70, από τα 140/70 που ήταν πριν, στο 300. Αυτό που κατάφερε με το λανσάρισμα του 350 η Piaggio, είναι ότι διαθέτει πλέον ένα όπλο που μπορεί να τα βάζει με τα 400άρια, αλλά κυρίως να υπερισχύει των 300αριών της αγοράς. Για να κάνουμε μια αναδρομή στο παρελθόν, τα 350 κυβικά ήταν μια κατηγορία στις μοτοσυκλέτες που προσπαθούσε να συνδυάσει αυξημένη ιπποδύναμη με την ευελιξία και το βάρος των 250αριών, με κύριο στόχο να χτυπήσει τα μεγαλύτερα κυβικά, δηλαδή τα 400άρια και τα 500άρια.
Ταυτόχρονα, η άλλη καινοτομία του νέου Beverly 350 Sport Touring είναι ότι σύντομα θα διατίθεται και σε έκδοση ABS/ASR, δηλαδή σύστημα αντιμπλοκρίσματος στα φρένα και αντισπιναρίσματος στον κινητήρα. Τα χρειάζεται άραγε αυτά τα συστήματα; Διαβάστε και θα μάθετε…
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ: Ολοκαίνουργιος, τετράχρονος φυσικά, με 4 βαλβίδες και έναν εκκεντροφόρο, με τη ρύθμιση των βαλβίδων να γίνεται με καπελότα. Η λίπανση γίνεται με ξηρό κάρτερ και μονόδρομη βαλβίδα, ενώ υπάρχει πλέον και αυτόματος συμπλέκτης υγρός πολύδισκος που δίνει κίνηση στον άξονα του οπίσθιου τροχού. Η ιπποδύναμή του είναι 33,3 ίπποι και η ροπή του 3,3 χιλιογραμμόμετρα. Σημαντικό είναι ότι τα διαστήματα σέρβις έχουν αραιώσει (κάθε 20.000 χλμ.) όπως και οι αλλαγές λαδιών (κάθε 10.000 χλμ). Πατήστε ΕΔΩ για να διαβάστε περισσότερα για τον κινητήρα
ΣΧΕΔΙΑΣΗ:Η εμφάνισή του 350 είναι ακριβώς ίδια με του γνωστού μας 300, με μόνες διαφοροποιήσεις στις ζάντες και στα χρώματα των εσωτερικών πλαστικών. Το πρόβλημα είναι ακριβώς αυτό – ότι τα δυο μοντέλα δεν διαφοροποιούνται παρά ελάχιστα, ενώ στο 350 υπάρχει και μια σοβαρή παράλειψη (την πρότασή μας για το συγκεκριμένο αυτό πρόβλημα διαβάστε την στο τέλος του άρθρου). Πάντως η τέχνη της σχεδίασης του Beverly δύσκολα βρίσκει αντιπαθούντες, κι ας κινείται περισσότερο με καμπύλες, παρά με αιχμές, όπως ίσως θα ζητούσαν οι καιροί και οι τάσεις.
ΜΕΓΕΘΟΣ – ΤΡΟΧΟΙ: Μεσαίες, προς μεγάλες είναι οι διαστάσεις, με λογικό ύψος και μεγάλο μήκος, ενώ οι τροχοί είναι 16άρης μπροστά και 14άρης πίσω. Οι ζάντες μάλλον απλοποιήθηκαν για ευκολότερο καθάρισμα (οι ζάντες του 300αριού είναι μαρτύριο για να τις καθαρίσεις σωστά όλες) και έγιναν μάλλον πιο σπορ, ειδικά όταν βάφονται μαύρες.
ΠΡΙΝ ΤΗ ΒΟΛΤΑ
ΘΕΣΗ ΟΔΗΓΗΣΗΣ: Κλασικά όρθιος τοποθετείται ο κορμός του αναβάτη με τα χέρια παράλληλα με το έδαφος και κάπως ψηλά. Η θέση αυτή δίνει πολύ καλό έλεγχο στην κίνηση της πόλης και παρ’ όλη τη ζελατίνα, το βλέμμα του οδηγού δεν εμποδίζεται ιδιαίτερα. Τα πόδια πατούν και αυτά σε γωνία 90 μοιρών στο δάπεδο, ενώ υπάρχει λίγος χώρος για να αλλάξουν θέση. Το πίσω μέρος του δαπέδου λεπταίνει για να πατάει πιο εύκολα ο αναβάτης τα πόδια του στο έδαφος. Το πέρασμα του ποδιού για να καβαλήσει γίνεται υποχρεωτικά αφού πρώτα αποφύγει το υπερυψωμένο τούνελ στη μέση του δαπέδου (μειονέκτημα σε σχέση με τα σκούτερ που διαθέτουν επίπεδο πάτωμα). Το ύψος από το έδαφος περιορίζεται μόνο από το χαμηλά τοποθετημένο κεντρικό στάντ που καμιά φορά χτυπάει στο ανέβασμα πεζοδρομίων.
ΤΙΜΟΝΙ: Είναι τοποθετημένο σε βολικό – για σφήνες – ύψος και έχει αντίβαρα για τους κραδασμούς. Το κόψιμο του θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο, διευκολύνοντας έτσι τους αργούς, δύσκολους ελιγμούς. Το τιμόνι είναι κάπως βαρύτερο από πριν, αλλά είναι ακριβές στις κινήσεις του και σταθερό, ακόμα και στις δύσκολες περιπτώσεις.
ΣΕΛΑ: Όμορφα σχεδιασμένη, με καλό αφρώδες και κάλυμμα με μέσο-προς μεγάλο ύψος από το έδαφος. Αναβάτης ύψους 1,75 ίσα-ίσα που φτάνει στο έδαφος. Το μαξιλαράκι στο πίσω μέρος της σέλας του αναβάτη βοηθάει στις επιταχύνσεις, αλλά συγχρόνως καθηλώνει τον αναβάτη σε ένα σημείο. Η σέλα ανοίγει από κουμπί στο αριστερό άκρο του τιμονιού, αλλά και αν δεν δουλέψει αυτό, από έναν μοχλό που βρίσκεται μέσα στο ντουλαπάκι. Υπάρχει “πατέντα” για αυτούς που θα θελήσουν να αυξήσουν το μέγεθος της σέλας του αναβάτη, αφού μπορούν να αφαιρέσουν το υποστηρικτικό μαξιλαράκι (λύνεις 3 παξιμάδια από κάτω), αλλά μένουν οι τρύπες στο κάλυμμα.
ΣΥΝΕΠΙΒΑΤΗΣ: Και ο συνεπιβάτης διαθέτει μια καλή σέλα, που όμως δεν προσφέρει δυνατότητες μικρο-μετατοπίσεων. Το ανέβασμα του συνεπιβάτη στη σέλα γίνεται σχετικά εύκολα – είναι αρκετό το ύψος της – και υπάρχουν αναδιπλούμενα μαρσπιέ για τα πόδια του.
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΟΔΙΑΣ/ΖΕΛΑΤΙΝΑΣ:Με την προσθήκη ζελατίνας, που προσφέρεται δωρεάν από την Piaggio στο Beverly 350 λύθηκε το πρόβλημα που είχαν τα Beverly 300, όσον αφορά στην προστασία του αναβάτη από αέρα, βροχή, κ.λπ. Η μικρή ζελατίνα (Flyscreen) είναι καλής ποιότητας, δεν παραμορφώνει τα είδωλα και βρίσκεται σε τέτοιο ύψος που και στην κίνηση της πόλης δεν εμποδίζει το βλέμμα, αλλά και αρκετά προστατευτική είναι στο ταξίδι. Οι στροβιλισμοί αέρα πάντως φτάνουν μέχρι το κράνος του αναβάτη, αλλά αποδυναμωμένοι.
ΑΠΟΘΗΚΕΥΤΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ: Η πρόσβαση των αποθηκευτικών χώρων είναι εύκολη. Η σέλα ανοίγει με κουμπί, το ντουλαπάκι με την πίεση του κλειδιού/γενικού διακόπτη. Το ντουλαπάκι έχει τρία έξυπνα διαμορφωμένα διαμερίσματα και ο χώρος κάτω από τη σέλα μπορεί να χωρέσει δυο κράνη (ένα φουλφέις κι ένα ανοικτό), γεγονός που αποτελεί ένα από τα μεγάλα πλεονεκτήματα του Beverly σε σχέση με άλλα 300άρια.
ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ
ΕΝΤΟΣ ΠΟΛΗΣ: Η ώρα της κρίσης έφτασε λοιπόν. Τέρμα οι περιγραφές και η θεωρητική ανάλυση αριθμών και τεχνικών χαρακτηριστικών. Η σέλα σε καλοδέχεται και βρίσκεις πολύ γρήγορα τη θέση σου πάνω της. Το ίδιο και το δάπεδο και το τιμόνι. Η μίζα κάνει δυο-τρεις στροφές πριν σπρώξει σε εκκίνηση τον στρόφαλο και τον κινητήρα γενικότερα. Αν δεν πάρει με την πρώτη ή δεύτερη – επειδή π.χ. δεν πατιέται σωστά το φρένο ή αφήνεται πριν εκκινήσει ο κινητήρας – η μίζα δεν γυρίζει για λόγους ασφαλείας και πρέπει να περιμένετε λίγο. Ο ήχος που βγαίνει από την πολύ όμορφη και έξυπνη χωροταξικά, πλακέ εξάτμιση, είναι χαμηλός και συμπαθητικός. Το ίδιο ήσυχο είναι και το καινούργιο μοτεράκι, που αφήνει μερικούς κραδασμούς να ξεφύγουν στο ρελαντί και μέχρι τα 45-50 χ.α.ω, όπως εξάλλου και στο κλείσιμο του γκαζιού, που όμως δεν ενοχλούν τον αναβάτη. Αντίθετα, όπως έχουμε ξαναπεί, αυτό το χαρακτηριστικό δίνει μια νότα ζωντάνιας στα σκούτερ, που πολλές φορές τυχαίνει να είναι πολύ “αποστειρωμένα” στη λειτουργία τους.
Στο άνοιγμα του γκαζιού ο κινητήρας αντιδρά πηδώντας μπροστά! Κλείνεις το γκάζι, ο κινητήρας φρενάρει περισσότερο απ’ ό,τι έχεις συνηθίσει σε άλλες φυγοκεντρικές μεταδόσεις (βλ. υγρός πολύδισκος), ξανα-ανοίγεις και το σκούτερ ξανατινάζεται μπροστά. Η άμεση/απότομη τροφοδοσία του 350 βρίσκει συνεργάτη μιαν ομαλή και άμεση μετάδοση με υγρό πολύδισκο και για αυτό το λόγο γίνεται πιο ανεκτή. Ειδικά στις χαμηλές ταχύτητες για να κινηθείς ομαλά χωρίς τινάγματα μπροστά, πρέπει να είσαι ελαφροχέρης στο γκάζι. Οι πιο νευρικοί αναβάτες, που αρέσκονται να οδηγούν ανοιγοκλείνοντας απότομα το γκάζι στην κίνηση της πόλης θα την “καταβρούν” αφού το 350 είναι πολύ άμεσο σε αντιδράσεις. Επίσης όταν θέλεις να κινηθείς γρήγορα, η άμεση απόκριση του γκαζιού θα σε ευχαριστήσει ιδιαίτερα. Ένα ακόμα πλεονέκτημα αυτής της “άμεσης” λειτουργίας του 350 το ανακαλύπτεις στις ανηφόρες. Μπορείς να σταθείς σε ανηφόρα με μεγάλη κλίση, να σταματήσεις και μετά να ανοίξεις το γκάζι και το Beverly να “ξεκολλήσει” άνετα προς τα πάνω, ακόμα και με δύο άτομα. Όποιοι λοιπόν μένουν σε λόφους, βουνά και στα ορεινά… και το σπίτι τους είναι σε μεγάλη ανηφόρα, μόλις βρήκαν το σκούτερ που τους ταιριάζει.
Η πολύ καλή δουλειά που έχει γίνει από τους μηχανικούς-μηχανολόγους της Piaggio στο κομμάτι του κινητήρα είναι πασιφανής. Μην ξεχνάτε ότι αναφερόμαστε στον περισσότερο εξελιγμένο τεχνολογικά κινητήρα σκούτερ της ευρωπαϊκής βιομηχανίας της κατηγορίας… Η δύναμη είναι παρούσα σε όλες τις στροφές και ο νέος συμπλέκτης λειτουργεί χωρίς σκορτσαρίσματα και θορύβους. Μοναδική είναι η απόδοση του νέου κινητήρα σε ταχύτητες 60-90 χ.α.ω, αφού αντιδρά πολύ καλά στο άνοιγμα του γκαζιού. Ξεκινώντας από στάση, το δυνατό τράβηγμα του διαρκεί μέχρι τα 130 (και κάτι) χιλιόμετρα την ώρα, κι από κει και πέρα ο κινητήρας ανεβάζει στροφές πιο αργά, για να πετύχει το σκούτερ μια τελική 158 στο κοντέρ και 146 πραγματικών χ.α.ω.
Τα φρένα του Beverly 350 είναι δισκόφρενο μπροστά και πίσω, με το μπροστινό να διαθέτει διάμετρο 300 ολόκληρων χιλιοστών. Τα φρένα του 350 είναι συνδυαζόμενα, αφού πατώντας το πίσω φρένο από την αριστερή μανέτα, εφαρμόζεται δύναμη και στον μπροστινό δίσκο. Η κατανομή δύναμης των φρένων μπροστά-πίσω είναι ρυθμισμένη ώστε κάτω από μεγάλη πίεση να μπλοκάρει πρώτα ο πίσω τροχός, κάτι που είναι σχεδόν αδύνατο να γίνει για τον μπροστινό πατώντας μόνο την αριστερή μανέτα. Πατώντας και τις δύο μανέτες μαζί, το φρενάρισμα είναι πολύ καλό, με τη μόνη διαφορά ότι χρειάζεται να βάλεις δύναμη και ότι η αίσθηση και η προοδευτικότητα του φρεναρίσματος πάσχουν. Με τέτοιους δίσκους και από τις συγκεκριμένες δαγκάνες θα περιμέναμε καλύτερα πράγματα, από την άλλη, όμως, η απόδοση των δίσκων αυτών δεν θα προβληματίσει κανέναν αρχάριο, αφού μπλοκάρουν δύσκολα και, ακόμα κι αν συμβεί αυτό, θα φταίνε περισσότερο τα λάστιχα (τα οποία έχασαν την πρόσφυσή τους σε μερικές περιπτώσεις).
Σίγουρα όμως εκείνο που “καταγγέλλουμε” είναι ο άτσαλος τρόπος με τον οποίο έχουν δρομολογηθεί τα σωληνάκια του μπροστινού δίσκου, τα οποία προεξέχουν και είναι αντιαισθητικά. Με λίγη καλή θέληση θα μπορούσαν να περνούν από το πίσω μέρος της μπότας του πιρουνιού.
Με την αλλαγή του προφίλ του πίσω ελαστικού, το 350 έχει γίνει λίγο πιο αργό στις αλλαγές κατεύθυνσης και στο σπρώξιμο στην είσοδο της στροφής. Παράλληλα όμως έχει γίνει και ιδιαίτερα σταθερό. Τώρα η επιβράδυνση – με λίγα φρένα – πάνω στη στροφή, υπό κλίση γίνεται με μεγαλύτερη ασφάλεια, ενώ το σκούτερ είναι συνολικά σταθερότερο. Όσο ανεβαίνουν τα χιλιόμετρα, τόσο πιο αργό γίνεται το τιμόνι, ενώ στη συγκροτημένη του συμπεριφορά παίζουν το ρόλο τους και οι σφιχτές αναρτήσεις.
Με την επιβάρυνση του πίσω μέρους με μερικά ακόμα κιλά, λόγω αλλαγής κινητήρα, τα αμορτισέρ δείχνουν να δουλεύουν καλύτερα απ’ ό,τι στο 300 και να προσφέρουν λίγη παραπάνω άνεση στο πέρασμα εμποδίων του δρόμου, “θετικού ή αρνητικού” προφίλ, δηλαδή είτε είναι βουναλάκια, είτε είναι πεδιάδες… Γενικά για να διαμαρτυρηθεί η σπονδυλική πρέπει είτε να είναι αλλεπάλληλα τα χτυπήματα, οπότε να μην μπορούν να αντιδράσουν οι αποσβέσεις των αμορτισέρ, είτε ο “κρατήρας” του δρόμου να είναι μεγάλος. Πιο άνετο είναι το πιρούνι, που διαθέτει καλάμια διαμέτρου 35 χιλιοστών, το οποίο μερικές φορές τερματίζει, αλλά με προοδευτικότητα και χωρίς παρενέργειες στην διατήρηση της πορείας. Συνολική λειτουργία αναρτήσεων λοιπόν, πολύ ικανοποιητική…
Στην κίνηση της πόλης ο σπορ χαρακτήρας του Beverly 350 Sport Touring θα σε γοητέψει, καθώς θα κινείσαι σαν αστραπή ανάμεσα στα αυτοκίνητα με το (κάπως περιορισμένο) κόψιμο του τιμονιού να θέλει συνήθεια για να μπορέσεις να “χωθείς” και να ξεγλιστρήσεις από το βαρύ μποτιλιάρισμα. Περιττό δε να πούμε το πόσο μπορείς να διασκεδάζεις στις εκκινήσεις των φαναριών, αρκεί να σου αρέσει να βάζεις τους άλλους “δικυκλιστές” να σε κυνηγάνε. Γιατί το Beverly 350 είναι πολύ γρήγορο στις εκκινήσεις “τύπου πιστόλι” και αιφνιδιάζει τους πάντες, εκτός από τους υποψιασμένους και τους γνώστες.
ΕΚΤΟΣ ΠΟΛΗΣ: Ο κινητήρας έχει πολλές δυνατότητες για ταξίδι, ειδικά αν κινείται σε ταχύτητες 80-130 χ.α.ω. Τώρα το υπόλοιπο σύνολο είναι περισσότερο φτιαγμένο για κίνηση στην πόλη. Οι “ταξιδιάρηδες” σκουτερίστες θα πρέπει να περιμένουν το Piaggio X10 350 μέσα στο 2012, που θα χρησιμοποιεί αυτό τον κινητήρα σε ένα maxi scooter, με περισσότερες τουριστικές δυνατότητες. Είναι οι κάπως περιορισμένες διαστάσεις σέλας και δαπέδου/μαρσπιέ που θα κουράσουν κάπως πρόωρα τον αναβάτη, ενώ εδώ πρέπει να πούμε ότι με τον κατάλληλο, λιγάκι πιο “ανθεκτικό” και σκληραγωγημένο άνθρωπο πάνω του, το Beverly 350 φτάνει στην άκρη του κόσμου. Η προστασία από τον αέρα είναι ικανοποιητική, όπως καλή είναι και η κατανάλωση που με λίγη προσοχή και σύνεση στο γκάζι, θα ξεπεράσει τα 330 χιλιόμετρα αυτονομίας (δηλαδή καταναλώνοντας 3,9 λίτρα, ανά 100 χιλιόμετρα). Ο τομέας δε που διαφοροποιείται το 350 σε σχέση με τα άλλα 300άρια, είναι οι ρεπρίζ και η δύναμη που εμφανίζει κατά τις προσπεράσεις, αφού ο κινητήρας έχει πολλή ροπή.
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ: Με δύναμη που πλησιάζει την ανώτερη κατηγορία κυβισμού και – όπως είπαμε παραπάνω – καλή ροπή που ξεπερνάει τα 3 χιλιογραμμόμετρα και μάλιστα 2.000 στροφές χαμηλότερα από την μέγιστη ιπποδύναμη. Η κατανάλωση μέσα στην πόλη με ήπια οδήγηση φτάνει τα 3,3 λίτρα στα 100 χιλιόμετρα, επίδοση που αποδεικνύει το πόσο καλή δουλειά έχει γίνει στον κινητήρα – έναν κινητήρα ζωντανό και έτοιμο για “τρέξιμο” και “ορεξάτο” στο άνοιγμα του γκαζιού.
ΤΕΛΙΚΑ…
Αυτό λοιπόν που θα θέλαμε να διαθέτει το Beverly 350 Sport Touring και πραγματικά λείπει είναι… ένα αυτοκόλλητο που θα έγραφε τον κυβισμό του, τον κωδικό του μάλλον, τον αριθμό 350. Είναι κρίμα ένα τόσο καλό σκούτερ συνολικά, να μοιάζει τόσο πολύ με τον αμέσως προηγούμενο, μικρότερο αδελφό του… Φτάνεις στα φανάρια και μόνο αυτοί που ξέρουν το αναγνωρίζουν, αφού η πλειοψηφία νομίζει ότι πρόκειται για κοινό 300άρι.
Η τιμή του “απλού” Beverly 350 που κυκλοφορεί σήμερα στην Ελλάδα είναι 4.800 ευρώ, δηλαδή μόλις 350 ευρώ παραπάνω από το Beverly 300 και νομίζουμε ότι αν η Piaggio θέλει να συνεχίσει να πουλάει παράλληλα και τα δύο μοντέλα (όντως, αυτό ανακοινώνεται) θα πρέπει να χαμηλώσει αρκετά την τιμή του 300. Με τη σημερινή διαφορά τιμής δεν τίθεται θέμα επιλογής, γιατί το 350 διαθέτει μεγάλο πλεονέκτημα κυρίως σε επιδόσεις, αλλά και στο φρενάρισμα – λόγω γεφυρωμένων φρένων – και την οδική συμπεριφορά – λόγω οπίσθιου ελαστικού και λειτουργίας αμορτισέρ. H τιμή αυτή βρίσκεται μέσα στα περιθώρια των τιμών των 300αριών και χαρακτηρίζεται μέση-προς υψηλή, αλλά για “300άρι”, άρα για “350” θεωρείται πολύ καλή. Και αυτή είναι επίσης μια έξυπνη κίνηση από πλευράς Piaggio αφού – παρόλο που ανέβασε τον κυβισμό και άλλαξε κινητήρα – κατάφερε να κρατήσει το κόστος χαμηλά.
Το Piaggio Beverly 350 Sport Tourer μπορεί να θεωρηθεί σημαντικό σκούτερ γιατί καταφέρνει να γίνει η γέφυρα μεταξύ των μεσαίων (300) και μεγάλων (400) σκούτερ, συνδυάζοντας παρεμφερή οδική συμπεριφορά και ευελιξία των μεσαίων, ενώ ταυτόχρονα πλησιάζει τις επιδόσεις των μεγάλων. Είναι γεγονός: το 350 Sport Touring, πηγαίνει την οικογένεια των Beverly ένα βήμα παραπάνω.
ΟΡΓΑΝΑ: Τα γνωστά όργανα του Beverly 300 με την κλασική διάταξη του κοντέρ στο κέντρο, το θερμόμετρο δεξιά και το βενζινόμετρο αριστερά, όλα αναλογικά. Η εμφάνιση είναι σοβαρή και όλες οι ενδείξεις αναλογικές ή ψηφιακές (της οθόνης που βρίσκεται κάτω από το κοντέρ) είναι λεπτές, παραπάνω απ’ ό,τι πρέπει “διακριτικές”. Ενδείξεις: θερμοκρασία, στάθμη καυσίμου, ολικός και μερικός χιλιομετρητής, ρολόι, φλας, στάθμη λαδιού, μεγάλη σκάλα φώτων.
ΦΩΤΑ: Όπως και στην περίπτωση του 300, ο προβολέας βγάζει έντονο, λευκό φως, η διασπορά προς τα πλάγια είναι καλή, όχι όμως και το “πάχος” της, το ύψος της δέσμης που είναι στενό. Πιο “διαχυτική” είναι η μεγάλη σκάλα – hi beam.
ΚΟΡΝΑ: Aδύναμη και υποτονική κόρνα που μοιάζει να προέρχεται από τα σωθικά του σκούτερ.
ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΡΕΖΕΡΒΟΥΑΡ: Η τάπα βρίσκεται πάνω στο τούνελ του δαπέδου, ξεκλειδώνει από το κεντρικό κλειδί και αφαιρείται από το στόμιο. Για να την ανοίξεις δεν πρέπει να ξεκαβαλήσεις, απλά πρέπει να σκύψεις στο πλάι για να την φτάσεις.
ΣΤΑΝΤ: Υπάρχει ένα κοντό, σχετικά κάθετο πλάγιο σταντ, που δεν πείθει για το σίγουρο του στήσιμο του σκούτερ και ένα, πανεύκολο στη χρήση, κεντρικό και σταθερό στάντ. Απλά στο κατέβασμα του σκούτερ σπρώχνεις λίγο παραπάνω.
ΔΙΑΚΟΠΤΕΣ: Κλασικής σχεδίασης για την Piaggio, μεγάλοι και εύχρηστοι. Δεν υπάρχει διακόπτης on-off για τα φώτα (υπάρχει όμως η θέση και η πρόβλεψη, όπου μπορείτε να τον τοποθετήσετε πανεύκολα), ενώ υπάρχει κουμπί αλλαγής λειτουργιών του κοντέρ στο δεξί άκρο του τιμονιού (Mode). Στο απέναντι άκρο υπάρχει το κουμπί που ανοίγει τη σέλα.
ΣΧΑΡΑ, ΧΕΙΡΟΛΑΒΕΣ: Καλοφτιαγμένη βάση μπαγκαζιέρας και μίνι σχάρα, που διαθέτει στα πλάγιά της χειρολαβές. Φτιαγμένα όλα από σκληρό, ανθεκτικό πλαστικό.
ΚΑΘΡΕΦΤΕΣ: Με ψηλά μπράτσα και καλό σχήμα. Το οπτικό πεδίο είναι μέτριο στο εσωτερικό τους, καλύτερο στο εξωτερικό τους κομμάτι.
ΕΞΤΡΑ & ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ: Πολύ χρήσιμη η ζελατίνα που δίνεται στον στάνταρ εξοπλισμό. Υπάρχει παροχή ρεύματος για φορτιστή στην ποδιά μέσα στο ντουλαπάκι. Το άγκιστρο ποδιάς για μεταφορά τσαντών κρύβεται σε θήκη κάτω από το τιμόνι.