Κάτσε καλά!
Ποια είναι η ιδανική θέση οδήγησης; Ποια είναι αυτή η θέση που τοποθετεί το σώμα μας με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι η πιο άνετη, η πιο εργονομική, η πιο εύκολη, εύχρηστη και βολική για εμάς; Εμάς που είμαστε το κέντρο του μικροσύμπαντος μιας δραστηριότητας που λέγεται: αναβάτης που οδηγεί σκούτερ στο δρόμο.
Είναι η σέλα, κι είναι και το τιμόνι. Είναι και το δάπεδο. Ιδού τα τρία στοιχεία που ορίζουν τη θέση οδήγησης ενός σκούτερ, τον τρόπο που τοποθετούν τον αναβάτη πάνω του. Αυτό ονομάζουμε θέση οδήγησης και είναι ένας τομέας που πολλές φορές παραβλέπεται από τέως, νυν και μελλοντικούς αναβάτες, που τις περισσότερες φορές αγοράζουν ένα δίτροχο πάνω στο οποίο θα ζήσουν χιλιάδες ώρες, εκατοντάδες μέρες και κάμποσα χρόνια, και δεν έχουν μπει καν στον κόπο να δοκιμάσουν να καθίσουν πάνω στη σέλα του πριν αγοράσουν.
Ξέρετε ποια θα ήταν η ιδανική δοκιμασία για τη θέση οδήγησης ενός σκούτερ; Να είχαμε τη δυνατότητα να σπαταλήσουμε δυο-τρεις μέρες πάνω του, κινούμενοι σε πλήθος χρήσεων και περιπτώσεων: μέσα στην πόλη, έξω από αυτήν, σε δρόμο με και χωρίς λακκούβες, γρήγορα και αργά, σε ευθείες και σε στροφές. Όμως, λόγω του ότι κάτι τέτοιο πολύ σπάνια είναι εφικτό, μπορούμε τουλάχιστον να αναλύσουμε – θεωρητικά έστω – ποια είναι η “ιδανική θέση οδήγησης” έτσι ώστε να έχουμε, όχι μόνο, μιαν ιδέα… αλλά πολλές.
Οι προσεκτικοί αναγνώστες του Scooternet θα γνωρίζουν ότι όποτε δοκιμάζουμε ένα νέο μοντέλο πάντοτε αναφέρουμε τι είδους θέση οδήγησης διαθέτει και συνήθως τις χωρίζουμε σε δυο κατηγορίες: η πρώτη είναι “μέσα στο σκούτερ” και η δεύτερη “πάνω στο σκούτερ”, χωρίς να κυριολεκτούμε σε καμία περίπτωση. Απλά το “μέσα” και το “πάνω” περιγράφουν μονολεκτικά το πώς κάθεται ο αναβάτης στο σκούτερ.
Πριν απ’ όλα, πρέπει να αναφέρουμε κάποιες συγκεκριμένες παραμέτρους, για να μπορούμε να καταλάβουμε παρακάτω. Υπάρχουν οι εξής παράμετροι-αποστάσεις που θα υπολογίσουμε: σέλα από το έδαφος, σέλα από το δάπεδο-μαρσπιέ και η απόσταση των χεριών από το τιμόνι.
Αυτές είναι που προσδιορίζουν τη θέση του αναβάτη, μέσα ή πάνω στο σκούτερ, η οποία όπως θα δείτε παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην άνεση και τη δυνατότητα ελέγχου, αλλά και στην οδική συμπεριφορά.
Απόσταση σέλας από το έδαφος: Πολύ σημαντικό μέγεθος αφού ορίζει το κατά πόσον ο αναβάτης μπορεί να πατάει τα πόδια του στο έδαφος όταν σταματάει να κινείται το σκούτερ. Ένα σκούτερ με ψηλότερη σέλα, απ’ ότι ταιριάζει στο ύψος του αναβάτη, όχι μόνο θα τον δυσκολεύει στις στάσεις, αλλά δημιουργεί κι ένα αίσθημα ανασφάλειας. Επίσης ένα μεγαλύτερο από αυτό που μας ταιριάζει ύψος σέλας δυσχεραίνει τους επιτόπου ελιγμούς με χαμηλές ταχύτητες, μια διαδικασία που επαναλαμβάνεται συχνά μέσα στην κίνηση της πόλης.
Απόσταση της σέλας από το δάπεδο-μαρσπιέ: Εδώ μετράμε την απόσταση από την κορυφή της σέλας, του αναβάτη βεβαίως, μέχρι την επιφάνεια του δαπέδου. Όσο μεγαλύτερη είναι αυτή τόσο μεγαλύτερη είναι και η γωνία που δημιουργούν οι μηροί με τον κορμό και οι μηροί με τις κνήμες. Όταν το δάπεδο είναι κοντά στη σέλα, τα γόνατα “κλείνουν” περισσότερο και όταν το δάπεδο είναι μακριά από τη σέλα, τα γόνατα είναι πιο “ανοιχτά”, πιο άνετα, άρα ο αναβάτης αργεί περισσότερο να κουραστεί σε μεγαλύτερες διαδρομές. Αυτό συμβαίνει και επειδή το βάρος των ποδιών δεν επιβαρύνει τη μέση του αναβάτη, αλλά μοιράζεται και στα κάτω άκρα.
Ένα στοιχείο επίσης που παραβλέπεται πολλές φορές, είναι ότι όταν τα γόνατα έχουν ανοιχτές γωνίες μπορούν πιο εύκολα να ανασηκώνουν το βάρος του αναβάτη καθώς το σκούτερ περνάει πάνω από ανωμαλίες του δρόμου, τις οποίες οι αναρτήσεις δεν μπορούν να αποσβέσουν αποτελεσματικά… κάτι πολύ συνηθισμένο στους τραγικούς ελληνικούς δρόμους. Aυτό πρακτικά σημαίνει ότι όταν οι γωνίες των γονάτων είναι μεγαλύτερες (μεγαλύτερη απόσταση από δάπεδο μέχρι σέλα) ο αναβάτης μπορεί να ανασηκωθεί – να σηκώσει το σώμα του – πιο εύκολα, να δημιουργήσει μια εξτρά “ανάρτηση” με τα πόδια του και να μην επιβαρύνει τη μέση του. Η τεχνική αυτή κάνει το πέρασμα από τα δύσκολα σημεία των δρόμων ευκολότερο και ασφαλέστερο αφού οι αναρτήσεις δεν “κοπανούν”, δεν τερματίζουν πάνω στο πλαίσιο.
Απόσταση του τιμονιού από τον κορμό του αναβάτη: Η απόσταση αυτή είναι που ορίζει αν η σπονδυλική μας στήλη θα στέκει στητή ή αν θα παίρνει κλίση προς τα μπρος. Αν το τιμόνι είναι κοντά στον κορμό, αυτός θα τοποθετείται πιο όρθιος κατά την οδήγηση. Αν το τιμόνι είναι πιο απομακρυσμένο, ο αναβάτης θα πρέπει να σκύψει μπροστά για να το φτάσει, άρα ο κορμός του θα γέρνει μπροστά. Καθώς γέρνουμε μπροστά, μέρος από το βάρος του κορμού μοιράζεται και στα χέρια (μεγαλύτερη πίεση στους καρπούς) κι έτσι όχι μόνο αποφορτίζεται η σπονδυλική μας στήλη, κάτι που είναι καλό γενικά, αλλά παράλληλα φορτίζεται και ο μπροστινός τροχός. Αυτό συμβάλλει στην καλύτερη οδική συμπεριφορά του σκούτερ μας, ειδικά στις στροφές. Από που ξεκινήσαμε και πού φτάσαμε, έτσι; Από τις επιμέρους αποστάσεις εξαρτημάτων και σημείων του σκούτερ, στο βελτιωμένο κράτημα.
Σχετικά τώρα με τις δυο θέσεις οδήγησης “μέσα” και “πάνω” στο σκούτερ, που αναφέραμε στην αρχή του άρθρου, ας τις αναλύσουμε.
“Μέσα” στο σκούτερ, θέση οδήγησης: σημαίνει ότι τα πόδια μας πατούν σε ένα δάπεδο που είναι κοντά στη σέλα, οι γωνίες στα γόνατα είναι μικρότερες – των 90 μοιρών που είναι το μέτρο σύγκρισης – , τα γόνατα είναι πιο λυγισμένα και οι πήχεις των χεριών τοποθετούνται παράλληλα με το έδαφος, ψηλότερα από τους γοφούς. Είναι αυτό που λέμε “ψηλά το τιμόνι”, με το σκούτερ να “περικλείει” τον αναβάτη “μέσα” του.
Πρόκειται για την κλασική θέση οδήγησης των maxi scooter, τα οποία, παράλληλα με τα παραπάνω, προσφέρουν και μεγάλη μετωπική επιφάνεια και αντίστοιχη ζελατίνα, προστατεύοντας τον αναβάτη από τα καιρικά φαινόμενα. Αυτή η θέση οδήγησης βαφτίζεται “τουριστική”, άνετη και ριλαξαρισμένη, αν και εδώ μπαίνουμε σε ένα άλλο θέμα, δηλαδή στο κατά πόσον μια θέση που φορτίζει τη μέση του αναβάτη – που στέκεται με όρθιο τον κορμό του – είναι άνετη (δεν είναι…).
“Πάνω” στο σκούτερ θέση οδήγησης: Είναι αυτή που προτιμούν τα σκούτερ πόλης, με τα γόνατα σε ανοικτές γωνίες – μεγαλύτερες των 90 μοιρών – και το τιμόνι σε χαμηλή τοποθέτηση, με τον κορμό του αναβάτη ελαφρώς σκυμμένο και το σκούτερ κάτω από τα πόδια του. Φυσικά ο αναβάτης “προεξέχει” περισσότερο πάνω από την ποδιά, όντας και πιο εκτεθειμένος στον αέρα σε σύγκριση με ένα maxi scooter.
Έτσι λοιπόν, λαμβάνοντας όλα τα παραπάνω υπόψη, ο καθένας κάνει τις επιλογές του, ανάλογα με το πώς θέλει να χρησιμοποιήσει το σκούτερ του.
Κλείνοντας, να επαναλάβουμε μια ακόμη φορά, ότι η θέση οδήγησης που μας ταιριάζει (και στον σωματότυπο και σαν χρήση), είναι από τους σημαντικότερους παράγοντες για να διαλέξει ή να απορρίψει κάποιος ένα μοντέλο. Το παράδοξο είναι ότι δεν είναι καθόλου λίγοι αυτοί που αγνοούν ή ακόμα και περιφρονούν τη μεγάλη σημασία της.