Για τα μέσα και για τα έξω
Ένα από τα λίγα σκούτερ στην αγορά που μπορεί να σε μεταφέρει καθημερινά σε πόλεις και τα Σαββατοκύριακα να σε ταξιδεύει σε εξοχές με την ίδια φιλόξενη διάθεση, ονομάζεται Suzuki Burgman 200 ABS, έχει ξεχωριστή εμφάνιση και κοστίζει σχεδόν 4,7 χιλιάδες ευρώ. ΚΕΙΜΕΝΟ: ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΝΤΖΟΥΛΑΤΟΣ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΜΙΧΑΛΗΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ
Με συνολικό μέγεθος και σέλα που το κατατάσσει στην κατηγορία των maxi scooter το δεύτερο στη σειρά Burgman (μετά το 125) με κινητήρα 200 κυβικών, προσφέρει πλούσιο εξοπλισμό, μεγάλο αποθηκευτικό χώρο και στάνταρ ABS. Ο κινητήρας του είναι τόσο ισχυρός που του δίνει την δυνατότητα να ανταγωνιστεί και μεγαλύτερου κυβισμού σκούτερ.
Όχι μόνο για το ελληνικό κοινό αλλά και για το ευρωπαϊκό, το Burgman 200 δεν θεωρείται ένα καθαρόαιμο maxi scooter κι αυτό οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στον κυβισμό των 200 κυβικών. Ο κόσμος έχει μάθει να αντιμετωπίζει σαν maxi scooter – τα μεγαλύτερων διαστάσεων σκούτερ που μπορούν να φιλοξενούν δυο άτομα άνετα και να μπορούν να ταξιδέψουν – αυτά που έχουν κινητήρες 250 ή 300 κυβικών. Mε την τιμή του Burgman 200 να βρίσκεται λίγο πριν τις 4.7 χιλιάδες ευρώ τα βάζει με γίγαντες των πωλήσεων και με ένα πολύ δύσκολο, απαιτητικό και εκπαιδευμένο κοινό.
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ: Ένας τετράχρονος, υγρόψυκτος κινητήρας με έναν εκκεντροφόρο και 4 βαλβίδες που δεν δυσανασχετούν να ανεβάζουν στροφές και να σπρώχνουν με δύναμη το σκούτερ. Έχει κυβισμό 200cc, η ιπποδύναμή του φτάνει τους 18,4 ίππους, στις 8.000 rpm και τη ροπή στα 1,7 kgm, στις 6.000 rpm. Η εκκίνηση γίνεται από μίζα και η τροφοδοσία από ηλεκτρονικό ψεκασμό. Το μεγάλο ψυγείο του κινητήρα βρίσκεται πίσω από τον μπροστινό τροχό.
ΣΧΕΔΙΑΣΗ – ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ: Πρόκειτα για την τρίτη γενιά των μικρών Burgman. Τσαχπίνικα τα μάτια-φώτα μπροστά, φαρδύ το πίσω μέρος, με καμπύλες και “παχάκια” το Burgman 200 καταφέρνει με μικρές λεπτομέρειες-παρεμβάσεις να γίνεται παράλληλα δυναμικό και σπορτίβικο, κι έτσι να μην εμπίπτει στην κατηγορία των στρουμπουλών σκούτερ. Παρόλο που το 200 σταμάτησε να κατασκευάζεται στην Ισπανία για να μεταφερθεί η γραμμή παραγωγής στην Ταϊλάνδη, δύσκολα θα βρει κάποιος ψεγάδι στο σύνολο της κατασκευής και από πλευράς ποιότητας και από πλευρά φινιρίσματος κι εφαρμογής. Καλή ποιότητα κατασκευής και προσεγμένες λεπτομέρειες και φινίρισμα
ΜΕΓΕΘΟΣ-BΑΡΟΣ: Το μέγεθος του 200 ξεπερνάει το μέσο όρο και πλησιάζει προς τα μεγάλα scooter με συνολικό μήκος 2.055mm, αλλά και χαμηλό συνολικό ύψος. Το βάρος του βρίσκεται στα 163 κιλά και το ντεπόζιτο χωράει 10,5 lt. Οι τροχοί του είναι μέσης διαμέτρου και το δάπεδο διαχωρίζεται από ένα ψηλό και αρκετά πλατύ τούνελ, που αφήνει όμως αρκετό χώρο για τα πόδια του αναβάτη. Το μεταξόνιο φτάνει τα 1.465 mm.
ΤΡΟΧΟΙ-ΕΛΑΣΤΙΚΑ-ΦΡΕΝΑ-ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ: Το πιρούνι είναι τηλεσκοπικό, υδραυλικό, συμβατικό με διάμετρο καλαμιών στα 33 mm. Η διαδρομή του τροχού είναι 92 mm. Πίσω υπάρχουν δύο αμορτισέρ που ρυθμίζονται ώς προς την προφόρτιση του ελατηρίου και προσφέρουν διαδρομή τροχού 83 mm. Ένας δίσκος υπάρχει σε κάθε τροχό και είναι αμφότεροι διαμέτρου 240 mm . Ο μπροστινός δίσκος έχει δαγκάνα με 2 έμβολα, ο πίσω ενός εμβόλου και διαθέτουν σύστημα ABS. Οι τροχοί είναι 13 ιντσών μπροστά και 12 πίσω, με τα ελαστικά στα 110/90×13 και 130/70×12 αντίστοιχα, φτιαγμένα από την IRC. Οι ζάντες έχουν έξι λεπτά μπράτσα και είναι βαμμένες ασημένιες.
ΠΡΙΝ ΤΗ ΒΟΛΤΑ
ΘΕΣΗ ΟΔΗΓΗΣΗΣ: Η θέση οδήγησης ταιριάζει καλύτερα σε κοντύτερους και μέσου ύψους αναβάτες που ευννοούνται από την χαμηλά τοποθετημένη σέλα και βρίσκουν το ύψος του δαπέδου βολικό. Οι ψηλότεροι, άνω του 1.80 θα στριμωχτούν, αφού αυτή η θέση οδήγησης τους σηκώνει τα γόνατα πάνω από τα ισχύα, ο κορμός ρίχνεται ελαφρώς προς τα πίσω και τα γόνατα να πλησιάζουν στις αεροδυναμικές μύτες που βρίσκονται στο άνω τμήμα της ποδιάς. Η θέση οδήγησης του Burgman 200 σε βάζει “μέσα” στο σκούτερ πάντως σε βολικό σημείο. Για την ανακούφιση πάντως των υψηλότερων αναβατών από τις μικρές γωνίες των γονάτων που υποχρεώνει το ψηλό δάπεδο, υπάρχει και η σαφώς ανετότερη θέση των ποδιών στο ανηφορικό τμήμα του δαπέδου στην ποδιά.
ΤΙΜΟΝΙ: Η απόσταση του τιμονιού από τον κορμό δεν είναι μεγάλη και τα χέρια βρίσκονται κάπως ψηλά σε σχέση με τη σέλα και παράλληλα με το έδαφος. Το πλάτος του είναι αρκετό στα 740mm προσφέροντας καλό μοχλισμό για την κίνηση του μπροστινού τροχού και το ύψος του (σε σχέση με τους καθρέφτες αυτοκινήτων) είναι τέτοιο που δεν εμποδίζει κατά τη διήθηση. Στα άκρα του έχει ποιοτικά γκριπ και αντίβαρα και λογικού μεγέθους μανέτες, που όμως δεν ρυθμίζονται.
ΣΕΛΑ: Τεράστια η σέλα για τον αναβάτη, με μήκος στα 46,2 εκατοστά. Στη σέλα κολλάει το μάτι όταν πρωτοβλέπεις το 200 και εντυπωσιάζεσαι, αφού σου δίνεται η εντύπωση ότι πρώτα σχεδιάστηκε η σέλα και μετά το υπόλοιπο σκούτερ! Πλατιά, μεγάλη με καλό αφρώδες αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία και πλεονεκτήματα του Suzuki Burgman 200. Το ύψος της είναι πολύ χαμηλό στα 735 mm. Είναι σαφέστατα “δίπατη” με καλή υποστήριξη της μέσης του αναβάτη, το κάλυμμα είναι αντιολισθητικό και οι ραφές του εμφανείς. Το άνοιγμα γίνεται από τον κεντρικό διακόπτη με απλή περιστροφή του κλειδιού της ανάφλεξης και είναι σημαντικό το γεγονός ότι η σέλα ανοίγει πλήρως – κάθετα – επιτρέποντας το εύκολο γέμισμα του χώρου αποθήκευσης.
ΣΥΝΕΠΙΒΑΤΗΣ: “Άρχοντας” κάθεται ο συνεπιβάτης στη “σελάρα” που του διατίθεται. Ανεβαίνει αρκετά εύκολα πάνω της, αφού το ύψος της από το έδαφος είναι λογικό (877mm) και τα πόδια του τοποθετούνται πάνω σε ανοίγματα-σταθερά μαρσπιέ του δαπέδου. Για την στήριξη του συνεπιβάτη δεν υπάρχει πλάτη-μαξιλαράκι αλλά δυο χειρολαβές. Λόγω του πλάτους της σέλας που είναι μεγάλο τα πόδια του ανοίγουν παραπάνω για να πατήσουν στα μαρσπιέ.
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΟΔΙΑΣ/ΖΕΛΑΤΙΝΑΣ: Η στενή ζελατίνα-πλεξιγκλάς, στενή και ψηλή προστατεύει τον κορμό του αναβάτη, αλλά όχι τα χέρια και τους ώμους. Η ποδιά είναι πλατιά και αρκούντως προστατευτική από αέρα και βροχή για το κάτω τμήμα του σώματος του αναβάτη. Η ποιότητα της ζελατίνας (αν και λεπτή είναι άκαμπτη) είναι πολύ καλή, κι έτσι δεν παραμορφώνει τα είδωλα.
ΑΠΟΘΗΚΕΥΤΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ: Το Suzuki Burgman 200 ΑΒS είναι από τα σκούτερ με άφθονο αποθηκευτικό χώρο, 41 λίτρων, που φιλοξενεί -μέσω μιας διάταξης “πάζλ” – που δεν βρίσκεις εύκολα στην αρχή – δύο φουλφέις κράνη. Η σέλα ανοίγει σωστά μέχρι την όρθια θέση και μένει εκεί χωρίς να εμποδίζει τα χέρια που φορτώνουν το χώρο. Υπάρχει φως στο χώρο, κάτι πολύ χρήσιμο τη νύχτα. Μπροστά, στην ποδιά υπάρχει ένα μικρό αλλά χρήσιμο ντουλαπάκι που κλειδώνει και διαθέτει παροχή ρεύματος, αλλά και μια θήκη που ανοίγει με κουμπί στη δεξιά πλευρά, κάτω από το τιμόνι.
ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ
ΕΝΤΟΣ ΠΟΛΗΣ: Κάθεσαι χαμηλά και πατάς εύκολα τα πόδια σου στην άσφαλτο. Το τιμόνι ψηλά, η μίζα βάζει εύκολα μπροστά τον κινητήρα που βγάζει χαμηλό θόρυβο, καθόλου ενοχλητικό. Το σκούτερ απλώνεται μπροστά σου, δύσκολα πείθεσαι ότι καβαλάς 200άρι, σου θυμίζει περισσότερο 400. Στο ρελαντί και στο κλείσιμο του γκαζιού υπάρχουν κάποιοι κραδασμοί που γίνονται αισθητοί κυρίως στο δάπεδο, στις πατούσες σου. Ανοίγεις το γκάζι και η απόκριση θυμίζει 125. Η Suzuki έχει εφοδιάσει το 200 με μακριά μετάδοση.
Ο κινητήρας μοιάζει να σπρώχνει αργά το σύνολο των 163 κιλών από στάση με τον κινητήρα να ανεβάζει στροφές πάνω από τις 6.500rpm, μέχρι να συναντήσει η βελόνα του κοντέρ τα περίπου 30 km/h και η κατάσταση να βελτιωθεί, η επιτάχυνση να γίνει ισχυρότερη. Από εκεί και πάνω εμφανίζεται ένας κινητήρας διαμάντι με καλή απόκριση, βελούδινη λειτουργία, γκάζι και όρεξη να ανεβάσει στροφές και ταχύτητα ψηλά. Λίγοι κραδασμοί εμφανίζονται στις χαμηλές στροφές και στο κλείσιμο του γκαζιού. Η ψυχή του κινητήρα είναι σπορ πάντως και αυτό σε κάνει να θες να το οδηγήσεις γρήγορα. Στις χαμηλές στροφές το μικρό Burgman θυμίζει 125άρι και στις ψηλές το μοτεράκι του θυμώνει και θυμίζει 250άρι. Στις 7.000 στροφές το κοντέρ δείχνει 100 km/h.
Για τον όγκο του και το βάρος του, εμφανίζει καλή ευελιξία μέσα στην πόλη, με γρήγορες αντιδράσεις και το τιμόνι να έχει λογικό κύκλο στροφής, που δίνει πλεονέκτημα στους απαιτητικούς ελιγμούς της πόλης.Οι επιδόσεις του Burgman 200 είναι καλύτερες από τα 250άρια όπως μας λέει το χρονόμετρο και θα δείτε παρακάτω, κάτι που απλά δεν μπορείς να το συνειδητοποιήσεις στην πράξη.Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί μπορεί στον τομέα της ιπποδύναμης το Suzuki Burgman 200 να υπολείπεται κατά 2 περίπου ίππων από τα 250άρια, αλλά είναι το χαμηλότερο βάρος που το βοηθάει να “τρέξει”.
Οι αναρτήσεις αποδίδουν σωστά από πλευράς απόσβεσης των κραδασμών και των δυνάμεων που τους εξασκούνται, αλλά είναι τόσο σφιχτές όσο να διατηρούν το scooter σταθερό, έτσι ώστε να μην “πλέει” όταν χτυπάει κάποια ανωμαλία του δρόμου. Το πιρούνι είναι πιό μαλακό απ’ ότι τα δύο αμορτισέρ (που όμως δεν ενοχλούν συνολικά) και γενικά το μπροστινό σύστημα που είναι πολύ γρήγορο στις αντιδράσεις του σε λίγες περιπτώσεις μεταφέρει μιαν ασάφεια που δεν είναι όμως ανησυχητική.
Τα φρένα δεν μεταφέρουν καλή αίσθηση (το μπροστινό είναι καλύτερο στον τομέα της αίσθησης) στον αναβάτη και θέλουν λίγη παραπάνω δύναμη (ειδικά το πίσω), το καλό ABS όμως φροντίζει για την σωστή επιβράδυνση χωρίς κανένα πρόβλημα, αφού εμφανίζει σωστή ευαισθησία και δεν ενεργοποιείται νωρίς. Οι επιδόσεις του Burgman 200 στον τομέα του φρεναρίσματος είναι πάνω από τον μέσο όρο και χρειάζεται 11,0 μέτρα από ταχύτητα 50 km/h και 35 μέτρα μέχρι την ακινητοποίηση από ταχύτητα 90 km/h. Η σπογγώδης αίσθηση των μανετών των φρένων συνδυάζονται με τη βύθιση του πιρουνιού που είναι λίγο πιο γρήγορη απ’ ότι θέλαμε, αλλά το χαρακτηριστικό αυτό συνηθίζεται γρήγορα, αφού το φρενάρισμα δεν πάσχει. Από την άλλη το θετικό είναι ότι δεν υπάρχει τρέμουλο-κραδασμός στις μανέτες όταν ενεργοποιείται το ABS. Πιο ευαίσθητο στην ενεργοποίηση του ABS είναι το πίσω φρένο.
Πατώντας πάνω σε μεσαίους τροχούς 13 και 12 ιντσών ίσως κάποιος να σκεφτόταν ότι το κράτημα δεν θα ήταν τόσο καλό όσο ενός σκούτερ με μεγαλύτερους τροχούς. Η ακαμψία του σωληνωτού πλαισίου με διπλή ραχοκοκκαλιά είναι πολύ καλή και η σταθερότητα μέσα στις στροφές, πέρα από τις ευθείες, είναι υψηλή. Μόνο κοντά στην τελική ταχύτητα με το κοντέρ να δείχνει 140+ km/h εμφανίζεται μικρή ταλάντωση, κι αυτό σε περίπτωση που διαταραχθεί η τροχιά του σκούτερ (από λακκούβα, κακοτεχνία του δρόμου, κ.λπ). Αυστηρή κριτική δέχονται τα λάστιχα, που δεν προσφέρουν αντίστοιχο κράτημα του υπόλοιπου σκούτερ και ειδικά στη βροχή που χρειάζονται προσοχή.
ΕΚΤΟΣ ΠΟΛΗΣ: Όπως τα περισσότερα σκούτερ που χαρακτηρίζονται GT ή maxi έτσι και το Burgman 200 νομίζεις ότι περνάει σε άλλη διάσταση μόλις ξεφύγει από τα σύνορα της πόλης. Είναι τόσο ευχάριστο που πραγματικά θα θέλαμε να δοκιμάσουμε να κάνουμε ένα μεγάλο ταξίδι μαζί του, παρ’ όλο που το μοτεράκι του δεν έχει τα κυβικά που έχουμε συνηθίσει για ταξιδιωτική χρήση. Από τα 80 μέχρι τα 120 το 200άρι πηγαίνει περίφημα, η έλλειψη βάρους κάτω από τα πόδια σου είναι ανακουφιστική, το scooter μοιάζει σαν να “κάνει χαρά” από μόνο του. Η ταχύτητα των 120 km/h μπορεί να διατηρείται σε ταξίδι με το στροφόμετρο να δείχνει 8.500 rpm και την κατανάλωση σε καλά επίπεδα.
Η προστασία του αναβάτη από τα στοιχεία της φύσης είναι καλή, η σέλα αναπαυτική, κραδασμοί δεν υπάρχουν η απόκριση στο γκάζι στις προσπεράσεις λογική. Με 3,5 λίτρα κατανάλωση στα 100 χιλιόμετρα το 10,5λιτρο ρεζερβουάρ θα δώσει θεωρητικά 300 χιλιόμετρα ταξιδιού χωρίς ανεφοδιασμό. Καθόλου άσχημα έτσι;
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ: Το κοντέρ του Burgman 200 δείχνει τα πολυ αισιόδοξα 140 km/h τη στιγμή που η πραγματική του τελική ταχύτητα είναι στα 120 km/h. Oι επιδόσεις του στις δοκιμασίες επιτάχυνσης και ρεπρίζ είναι ίδιες και καλύτερες κι από 250άρια. Συγκεκριμένα: στα 0-400m σημείωσε 18,5 δευτερόλεπτα, στα 0-200m έφτασε τα 11,5 δευτερόλεπτα. Οι επιδόσεις βεβαίως επιβαρύνουν την κατανάλωση που φτάνει τα 3,8/100λίτρα με μικτή οδήγηση άρα μπορείτε να “εισπράξετε” μια αυτονομία 276 km από το 10.5λιτρο ντεπόζιτο.
ΤΕΛΙΚΑ…
Το μοναδικό αυτό maxi scooter με τον κινητήρα των 200 κυβικών, που “μοιάζει με 400 και πηγαίνει σαν 250” πρέπει να πείσει για τις προθέσεις και τις ικανότητές του το ελληνικό κοινό, αφού η τιμή των 4,7 χιλιάδων ευρώ είναι πολύ ψηλότερα από τη μέση τιμή της κατηγορίας. Δεν είναι μόνο οι επιδόσεις και η συνολική φιλική, “δεμένη” και ομοιογενής συμπεριφορά του Suzuki Burgman 200 ΑΒS μέσα στην πόλη, αλλά και η ικανότητά του να ταξιδεύει και να παραμένει ευχάριστο και άνετο σε όλες τις χρήσεις. Είναι ένα σκούτερ που όσο πιο πολύ το χρησιμοποιείς τόσο πιο πολύ σε κερδίζει.
ΟΡΓΑΝΑ: Δύο μεγάλα αναλογικά “ρολόγια” κυριαρχούν σε ένα συντηρητικής εμφάνισης σύνολο, τακτοποιημένο και συμμετρικό σε εμφάνιση, που μάλλον δεν θα πάρει παράσημα έμπνευσης. Τα νούμερα του κοντέρ και του στροφόμετρου είναι μικρά και ανάμεσα τους υπάρχει ψηφιακό πολυόργανο. Οι πληροφορίες που προσφέρονται είναι πολλές, από υπενθύμιση για σέρβις, μέχρι στιγμιαία κατανάλωση, μέχρι ένδειξη οικονομικής οδήγησης EcoDrive. Υπάρχει ρολόι και δυο μερικοί χιλιομετρητές. Ο φωτισμός είναι καλός και διακριτικός.
ΦΩΤΑ-ΚΟΡΝΑ-ΔΙΑΚΟΠΤΕΣ: Πολύ καλά φώτα που σε κάνουν να απορείς πως το κατάφεραν αυτό οι άνθρωποι της Suzuki, με απόδοση που θυμίζει μεγάλο σκούτερ. Το ίδιο καλή είναι και η κόρνα, ενώ οι διακόπτες είναι κλασικοί και εργονομικοί. Στο δεξί άκρο του τιμονιού υπάρχει και μια θέση alarm που ανάβει όλα τα φλας.
ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΡΕΖΕΡΒΟΥΑΡ: Ευτυχώς η απόσταση από την ποδιά μέχρι τη μύτη της σέλας είναι αρκετή κι έτσι μπορείς να σκύψεις, ώστε να αφαιρέσεις την τάπα του ντεπόζιτου που βρίσκεται πάνω στο τούνελ. Ξεκλειδώνει με το κεντρικό κλειδί.
ΣΤΑΝΤ-ΣΧΑΡΑ-ΚΑΘΡΕΦΤΕΣ: Οι καθρέφτες είναι από τους καλύτερους που κυκλοφορούν δίνοντας πολύ καλή άποψη για το τι συμβαίνει πίσω από το σκούτερ. Υπάρχει ευκολόχρηστο κεντρικό, αλλά και πλάγιο σταντ. Το τελευταίο στηρίζει το 200 υπό μεγάλη κλίση. Σχάρα δεν υπάρχει παρά μόνο χειρολαβές.
ΕΞΤΡΑ & ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ: Μεγάλος αποθηκευτικός χώρος κάτω από τη σέλα για δύο κράνη, ντουλαπάκι που κλειδώνει με παροχή 12V και μία θήκη πλήθος ενδείξεων στα όργανα, αλάρμ, ψηλή ζελατίνα