fbpx

ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Oκτώ σκούτερ… ασχημόπαπα!

Η κακογουστιά συνεχίζεται και στα σκούτερ

Το τι ορίζεται ως όμορφο, είναι κάτι υποκειμενικό και κάτι που αφορά τα αισθητικά πρότυπα του καθενός από εμάς. Με λίγα λόγια, «περί ορέξεως» που λένε, ωστόσο υπάρχει και μια αντικειμενική θεώρηση των πραγμάτων και βάσει αυτής, μερικά σκούτερ του παρελθόντος, ήταν –πώς να το κάνουμε τώρα;- άσχημα! Κείμενο: Κώστας Γαμβρούλης

TMZ Tula T200: Γερμανικής αισθητικής… Ρώσος

To συγκεκριμένο σκούτερ, που θυμίζει μονόφθαλμο βάτραχο, κερδίζει επάξια μια θέση στη λίστα καθότι πρόκειται για αντιγραφή… μιας αντιγραφής!

Η ιστορία έχει ως εξής: η GLAS, μια βαυαρική εταιρία που ξεκίνησε ως κατασκευάστρια γεωργικών μηχανημάτων και στη συνέχεια καταπιάστηκε με τα δίτροχα και τα επιβατικά αυτοκίνητα, αποφάσισε το 1951 να δημιουργήσει την δική της εκδοχή της Vespa και το αποτέλεσμα ήταν το Goggo σκούτερ, σε εκδόσεις από τα 125 έως τα 200 cc.

Oι γραμμές του πάντως δεν είχαν καμία σχέση με την εκλεπτυσμένη εμφάνιση της Vespa! Αυτό δεν εμπόδισε την σιοβιετική TMZ να κοπιάρει ξεδιάντροπα το Goggo και να δημιουργήσει την δική της εκδοχή, με δίχρονο κινητήρα 200 cc και –δυστυχώς- την ίδια ακριβώς εμφάνιση.

Gilera Fuoco 500: Φωτιά στα πτυχία design

Πολλοί μπορεί να μην συμφωνείτε με αυτή μας την επιλογή και ζητάμε συγνώμη από όσους έχουν επιλέξει το συγκεκριμένο μοντέλο, παρότι είναι λίγοι πλέον, αλλά ειλικρινά τώρα… αυτή η μάσκα; Και μάλιστα σε ιταλική δημιουργία;

Εντάξει, καταλαβαίνουμε, τρίτροχο, νεωτερισμός, προσπάθεια διαχωρισμού από τη γκάμα των MP3 πάνω στα οποία βασιζόταν, αλλά κάτι πήγε πολύ στραβά στις οδηγίες προς το σχεδιαστικό τμήμα!

Σε ένα κατά τα άλλα πλήρως αποδεκτό για τις γραμμές του σκούτερ, η μάσκα του θυμίζει σουπιά-terminator, με τους τέσσερις συνολικά προβολείς και τις «σιδεριές» που εκτείνονται χαμηλά και μπροστά να δίνουν μια νότα από postapocalyptic όχημα. Κερασάκι στην τούρτα τα φλας, που φαίνονται εντελώς παράταιρα τοποθετημένα.

YMC V3: Ελληνικό δαιμόνιο… κυριολεκτικά

Η YMC, ήταν μια ελληνική εταιρία, που επέλεγε μοντέλα από γραμμές παραγωγής στην Κίνα και στην Ταϊβάν και τα βάφτιζε YMC (Γιανούλης Μότορ Κόμπανι) στην Ελλάδα.

Γνωστή περισσότερο για τα ATV και τα Buggie της, η YMC έβαζε τα αυτοκόλλητά της επίσης σε σκούτερ και μοτοσυκλέτες, αλλά και το θρυλικό V3, το οποίο έχει επίσης κυκλοφορήσει και σε άλλες αγορές ως CF Moto, αποτέλεσε μια από τις πιο αντισυμβατικές της επιλογές.

Η πρόθεση ήταν να συνδυαστούν οι κατηγορίες των cruiser και των σκούτερ (πριν από τη Honda παρακαλώ με τα Integra!), με το συγκεκριμένο μοντέλο να φέρει κινητήρα 250 cc και αυτόματη μετάδοση.

Το ότι η YMC «έπιασε» από πολύ νωρίς μια τάση που στις μέρες μας γνωρίζει μεγάλη άνθηση είναι σίγουρα αξιοσημείωτο, το θέμα όμως είναι ότι σαν εκτέλεση, τουλάχιστον σχεδιαστικά, το αποτέλεσμα ήταν τραγικό.

Μεγάλες επιφάνειες πλαστικών, ετερόκλητα στοιχεία ατάκτως ερριμμένα και επιτήδευση για να δημιουργηθεί κάτι ξεχωριστό. Τα κατάφεραν όσον αφορά το ξεχωριστό, αλλά αυτό δεν είναι πάντα καλό.

Ηonda FC50 Beat: Χτύπα με!

Η Honda το έχει προσπαθήσει πολύ στο παρελθόν να δημιουργήσει αίσθηση σε διάφορες κατηγορίες των σκούτερ και αυτό άλλες φορές της έβγαινε αλλά φορές πάλι, όχι.

Εννοούμε ότι αίσθηση δημιουργούσε αλλά όχι κατ΄ ανάγκη καλή και για να μην παρεξηγηθούμε, αυτό αφορά μόνο το κομμάτι της αισθητικής.

Όπως για παράδειγμα το Honda FC50 Beat, του 1983. Ήταν ένα πολύ αξιόλογο σκούτερ, με υγρόψυκτο δίχρονο κινητήρα (το ’83 έτσι;), μίζα και επιδόσεις που το κατέτασσαν στα πιο γρήγορα μοντέλα της εποχής εκείνης, ωστόσο σχεδιαστικά, το προσπάθησαν πολύ και βεβιασμένα και αυτό φαίνεται.

Πολύ ογκώδες μπροστινό μέρος με μάσκα που θυμίζει ακροφύσιο από σκουπάκι χειρός και ισχνή ουρά με μονόσελο, δημιουργούσαν ένα σύνολο με ανισορροπία στους όγκους, που ενώνονταν μεταξύ τους με ένα παντελώς ανέμπνευστο μεσαίο τμήμα.

Το Beat κυκλοφόρησε κυρίως στην Ιαπωνική αγορά αν και πολλά μοντέλα εισήχθησαν σε άλλες χώρες ως μεταχειρισμένα.

Honda CN250 Helix: Ο παππούς δεν ήταν όμορφος…

Ίσως να μην το γνωρίζετε, αλλά ο «μπαμπάς» των σημερινών GT σκούτερ, ήταν κομματάκι… άσχημος.

Το Honda CN250, που ονομαζόταν Helix, Spazio ή Fusion, αναλόγως της αγοράς όπου λανσαριζόταν, ήταν το πρώτο σκούτερ που εφάρμοσε στην πράξη το μεγάλο μεταξόνιο, την «πολυθρονάτη» θέση οδήγησης και τον μεγάλο αποθηκευτικό χώρο, κάτω από την σέλα.

Στο θέμα της εμφάνισης, το CN250 έφερνε νέες και πολύ μυστήριες φόρμες, αφού η Honda όχι απλά δεν φρόντισε να «κρύψει» τις ανοικονόμητες διαστάσεις του μοντέλου αυτού αλλά τις τόνισε κιόλας, με εμφατικό τρόπο.

Το σημείο που συγκέντρωνε τα περισσότερα αρνητικά σχόλια, ήταν βέβαια το προτεταμένο ρύγχος κάτω από τον προβολέα, πίσω από το οποίο βρισκόταν το ψυγείο του κινητήρα. Εντάξει, το συγχωρούμε εν μέρει, ως πρώτη σχεδιαστική άσκηση στα GT σκούτερ, βλέπετε σε ό,τι αφορά την χωροταξία της νέας αυτής κατηγορίας, ακόμη το έψαχναν.

Yamaha CP250 Maxam / Morphus: Αμερικανιά σκουτεράκλα!

Στο σαλόνι του Τόκιο το 2005, η Yamaha φιλοξενεί στο περίπτερό της ένα πρωτότυπο σκούτερ, με το όνομα Maxam 3000, όπου το «3000» αποτελεί μια αναφορά στο συνολικό μήκος του μοντέλου σε χιλιοστά.

Ναι, ήταν 3 μέτρα! Ως πρωτότυπο, το Maxam ήταν σίγουρα εντυπωσιακό, μια σχεδιαστική άσκηση που έμοιαζε να παντρεύει τα σκούτερ με την μαξιμαλιστική (δεν ήταν τυχαίο το όνομα Maxam) φιλοσοφία των αμερικανικών πολυτελών λιμουζίνων.

Η ανταπόκριση του κοινού είναι πολύ θετική και έτσι η Yamaha αποφασίζει να βγάλει στην παραγωγή το μοντέλο. Το θέμα με τα πρωτότυπα που βγαίνουν στην παραγωγή, είναι ότι στην πορεία τους από το σχεδιαστήριο προς τις αγορές, κάπου «χάνονται στη μετάφραση», με το οικονομοτεχνικό τμήμα να τα «πετσοκόβει» σε χαρακτηριστικά και εμφάνιση, ώστε να είναι προσιτά.

Το αυτό συνέβη και με το Maxam ή Morphus σε άλλες αγορές, που τελικά βγήκε με αρκετές αλλαγές ειδικά στο μπροστινό τμήμα, καταστρέφοντας το αρχικό όραμα του σχεδιαστή.

Yamaha CV50E Beluga: Ψάρι όνομα και πράμα

Tο 1981 η Υamaha θεωρεί ότι υπάρχει πρόσφορο έδαφος και τάση για μια νέα αγορά, που θέλει τους κατόχους αυτοκινήτων να χρησιμοποιούν σκούτερ μικρού κυβισμού ως οχήματα ελεύθερου χρόνου και διασκέδασης.

Όσο «κουλό» και ανεδαφικό ακουγόταν πριν σαράντα χρόνια, το ίδιο ακούγεται και σήμερα! Όπως και να έχει, η ιδέα αυτή παίρνει «πράσινο φως» για εκτέλεση και το μοντέλο που σχεδιάζεται για να ανταποκριθεί σε όλο αυτό, ονομάζεται Beluga.

Δίχρονος κινητήρας 50 cc, απόδοση 3,8 ίππων και βάρος 75 κιλά, αυτά είναι τα αποδεκτά τεχνικά χαρακτηριστικά, το θέμα είναι ότι σε ό,τι αφορά την εμφάνιση τα πράγματα δεν πήγαν και τόσο καλά.

Η –σωστή- απόφαση της Yamaha να καλύψει όσο το δυνατόν τα μηχανικά μέρη για να είναι αρεστό στους «αυτοκινητάδες» συνδυάστηκε με μια ρετροφουτουριστική σχεδιαστική άποψη και εκεί το όλο πράγμα… στράβωσε.

Υπάρχει μια «ασυμφωνία» του μπροστινού με το πίσω μέρος, με το πρώτο να βασίζεται σε πιο κλασικές γραμμές και το δεύτερο να είναι αρκούντως σύγχρονο για τα δεδομένα της εποχής, με την σέλα να μοιάζει σαν να έχει τοποθετηθεί πάνω σε τάκους.

Suzuki AE50: Μικρό και αντιπαθητικό

To ΑΕ50 που παρουσιάστηκε το 1990, ήταν η απάντηση της Suzuki στα Honda Dio και Yamaha Jog αντίστοιχου κυβισμού. Έφερε και αυτό δίχρονο αερόψυκτο κινητήρα 50 cc και αποτελούσε την τοποθέτηση της εταιρίας στα μικρού κυβισμού, ελαφριά, ευκολοδήγητα και προσιτά σκούτερ στις αρχές των 90s.

Όντας απλά, με βασικά περιφερειακά και εξοπλισμό, τα σκούτερ αυτά δεν άφηναν πολλά περιθώρια στους κατασκευαστές για διαφοροποίηση, οπότε η Suzuki αποφάσισε να το πράξει με τη σχεδίαση.

Πήρε το χαρακτηριστικό στοιχείο της εμφάνισης από τα Dio και Jog, το προτεταμένο ράμφος/απόληξη της μάσκας που ντούμπλαρε και ως μπροστινό φτερό και το έφτασε στα άκρα, δημιουργώντας επίσης μια ίδιας κλίσης επιφάνεια στο εσωτερικό της ποδιάς. Δράμα… Το σημείο αυτό ήταν, απλά πολύ άσχημο.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ