Σύντροφοι στο δρόμο μας – Ιανουάριος του 2013
του Βασίλη Αντζουλάτου
Mε τις καταρακτώδεις βροχές και τις τοπικές πλημμύρες να μαστίζουν το λεκανοπέδιο της Αττικής (και όχι μόνο), εμείς οι δίτροχοι, σκουτερίστες και μοτοσυκλετάδες τα έχουμε δει όλα. Επιστρέφουμε διαρκώς στο σπίτι “παπί”. Τα ρούχα, αδιάβροχα ή όχι, δεν προλαβαίνουν να στεγνώσουν. Βέβαια οι “των σκούτερ” έχουν πλεονέκτημα.
Ειδικά στα κάτω άκρα. Πώς καταλαβαίνεις αν ένας αναβάτης οδηγεί σκούτερ ή μοτοσυκλέτα; Κοιτάς τα παπούτσια του. Αν είναι βρεγμένα ή λασπωμένα είναι μοτοσυκλετιστής. Αν είναι στεγνά, καθαρά και άθικτα, τότε είναι σκουτερίστας… Νοικοκυρεμένα πράγματα, λέμε…
Α, ρε τι απίθανες εποχές είναι αυτές που ζούμε; Ιστορικές, γεμάτες συγκινήσεις, συναισθήματα, δράματα. Πέρα από την οικονομική εξαθλίωση (μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού) αλλά και την κοινωνική παρακμή (βλ. “η πάρτη μου – και πώς θα την γλιτώσω”) είναι αυτό το “αλατοπίπερο” που διανθίζει την καθημερινότητά μας. Σταθερά, επί σειρά ετών. Είναι αυτοί οι – άλλες φορές λιγότεροι, άλλες φορές περισσότεροι – θηρευτές που μας κρατάνε συντροφιά κάθε μέρα, καθώς κινούμαστε με τα σκούτερ μας στους δρόμους.
Μιλάω για αυτούς που προσπαθούν συστηματικά να μας κοπανήσουν, να μας ρίξουν κάτω με τα αυτοκίνητά τους. Το τι “φρούτα” αντιμετωπίζουμε καθημερινά είναι άξιο έρευνας, ανάλυσης, διατριβής. Όντως, πολύ θα ήθελα κάποια στιγμή να τους περιγράψω έναν-έναν τους πρωταγωνιστές των πρωινών μας διαδρομών, που μπορούν με ένα γύρισμα του τιμονιού να μας στείλουν στο νοσοκομείο. Είναι σίγουρο ότι πρέπει να ομαδοποιηθούν, να χαρακτηριστούν, να γίνει καταγραφή των συνηθειών τους και των κινήσεων-αντιδράσεών τους. Στο μέλλον θα πρέπει να αναλυθούν διεξοδικά όλοι αυτοί, ώστε να ξέρουμε με τι “είδη του ζωϊκού βασιλείου” έχουμε να κάνουμε. Και ώστε να επιβιώσουμε. Φωτογραφίες με τις φάτσες τους δεν ξέρω ακόμα που θα βρούμε. Γιατί, δυστυχώς, χωρίς τις φωτογραφίες τους δεν θα μπορέσουμε να φτιάξουμε τις αφίσες που θα γράφουν “ΚΑΤΑΖΗΤΟΥΝΤΑΙ”…
Δεν μπορώ παρά να αναφερθώ ξανά στον χειμερινό μας άσπονδο φίλο, το κρύο. Εμείς που καβαλάμε κάθε μέρα μηχανάκια και σκούτερ, το κρύο το “τρώμε” κάθε μέρα κανονικά… πρωινό, δεκατιανό, γεύμα με κυρίως πιάτο και επιδόρπιο, απογευματινό, βραδινό. Κρύο πιάτο πάντως, διαρκώς, μέχρι το τελευταίο τετραγωνικό εκατοστό που σώματός μας. Φοράς ισοθερμικά εσώρουχα, χοντρές κάλτσες, μπότες, fleece, βαμβακερά, γάντια, μαντίλια, φουλάρια, μπαλακλάβες και μπακλαβάδες, αδιάβροχα, κι ό,τι άλλο έχεις στο οπλοστάσιο εναντίον του οχτρού, κι αυτός (δεν ξέρω πώς), βρίσκει πάντα μια μικρή χαραμάδα για να σου επιτεθεί. Τις προάλλες, μετά από 15 λεπτά οδήγησης, με τις νιφάδες να στριφογυρίζουν μπροστά μου, οι αντίχειρές μου έπαψαν να αιματώνονται κι όταν έβγαλα τα γάντια είχαν μελανιάσει. Για να συνέλθω πέρασε κάμποση ώρα, και όλο αυτό το διάστημα το πέρασα τρίβοντας τις παλάμες μου, με επιφωνήματα του στυλ: “ωωωωχ, αααααχ” και τούμπαλιν…
Πέρα όμως από τον “φίλο-κρύο”, εδώ και κάμποσο καιρό έχει προκύψει και ο “φίλος-νέφος”. Το νέφος λοιπόν επέστρεψε, στη μορφή της ατελούς καύσης ξύλων σε τζάκια και σόμπες (εντάξει, όχι μόνο ξύλων, αλλά και γενικώς του “καίμε ό,τι καίγεται και παράγει θερμότητα”). Έτσι, όποιος τριγύριζε τα βράδια μέσα στην παγωμένη πόλη έβλεπε αυτό… που έβλεπαν και όλοι οι υπόλοιποι. Την αιθαλομίχλη… Και φυσικά δεν είναι μόνο η όραση αυτή που πλήττεται από το φαινόμενο, αλλά και τα ίδια τα μάτια και το αναπνευστικό σύστημα. Μια φθηνή λύση – για να μην πεθάνουμε πριν της ώρας μας από το τοξικό αυτό κοκτέιλ – είναι η χρήση χειρουργικής ή παρεμφερούς μάσκας μέσα από το κράνος (τι περιμένατε να πω, ότι η λύση είναι η μείωση της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης;).
Αλλάζει, λέει, και πάλι η διαδικασία απόκτησης του διπλώματος οδήγησης και οι ώρες εκπαίδευσης αυξήθηκαν, όπως και τα συνολικά χρήματα που πρέπει να καταβάλλεις. Ολοένα πιο δύσκολη θα γίνεται η απόκτηση διπλώματος, ολοένα πιο ακριβό και το λάδωμα, θα λέγαμε… Γιατί αυτό το κράτος προωθεί συστηματικά τον κόσμο προς το αυτοκίνητο απομακρύνοντάς τον όσο μπορεί από τα δίτροχα (ασχέτως κομμάτων ή ανθρώπων που διοικούν), δεν το χωράει ο νους σου. Ρε μπας και συνεννοούνται τελικά διαρκώς μεταξύ τους;