Αντάρτης “Χ”
Όπου “Χ”, ίσον, Χρηστικό… Αντάρτες πόλεων είναι αυτοί που ξέρουν να ελίσσονται μέσα στις πόλεις και με ανορθόδοξους τρόπους να πλήττουν τον εχθρό. Αυτό ακριβώς κάνει με άνεση και με ευκολία ο αντάρτης με τον κωδικό “G-Dink” ενάντια στον εχθρό που δεν είναι άλλη από την “καταραμένη” κίνηση της πόλης. ΚΕΙΜΕΝΟ: ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΝΤΖΟΥΛΑΤΟΣ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΝΙΚΟΣ ΒΙΤΣΙΛΑΚΗΣ
Ομολογώ ότι οι πρώτες φωτογραφίες του διαδικτύου με παραπλάνησαν. Το G-Dink φαινόταν μεγαλύτερων διαστάσεων, το μπροστινό του τμήμα έμοιαζε ψηλότερο και η σέλα του μεγάλη. Το 300άρι έδειχνε σαν ένα maxi scooter που προοριζόταν για κίνηση στην πόλη αλλά και για ταξίδια. Στην πραγματικότητα το Κymco G-Dink 300i είναι ένα καθαρόαιμο σκούτερ πόλης, που έχει φτιαχτεί για τα δύσκολα των άστεων και οι διαστάσεις του είναι – αφού προορίζεται για αυτή τη χρήση – ανακουφιστικά μαζεμένες. Είναι αυτό που λέμε… compact, “συμπαγές”… δηλαδή.
Η επέκταση-ανέβασμα της οικογένειας Dink στα 300 κυβικά επαναφέρει το εύκολο σκούτερ, που κάνει τα πάντα για να είναι ευέλικτο και λειτουργικά γρήγορο μέσα στην πόλη.
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ: Κινητήρας με 1ΕΕΚ, μονοκύλινδρος φυσικά, με δύο βαλβίδες, υδρόψυξη και ψεκασμό. Βασισμένος στον κινητήρα του Xciting στα 270,6 κυβικά και πάλι. Η διαφορετική μετάδοση, η νέα χαρτογράφηση, η ομαλότερη λειτουργία και οι μείωση των μηχανικών θορύβων, είναι κάποιοι από τους τομείς που επένδυσαν στον συγκεκριμένο κινητήρα, οι τεχνικοί της Kymco, εκεί στη μακρινή Ταϊβάν.
ΣΧΕΔΙΑΣΗ: Το G-Dink έχει την δική του, ιδιαίτερη εμφάνιση, με χαρακτηριστική στενή, “μύτη”σφήνα που κατεβαίνει χαμηλά, με μεγάλα ανοίγματα σε στυλ “δόντια”, τόσο επιθετικά που νομίζεις ότι καθώς θα επιτίθεται μέσα στην πόλη, θα σκίζει το μποτιλιάρισμα! Επηρεασμένο ελαφρά από την παλαιότερη αισθητική της οικογένειας, που όμως ξέφυγε από την “παγόδα” για να περάσει στις γραμμές ενός επιθετικού πτηνού. Από την πρώτη μέρα που το οδηγήσαμε, μέχρι την τελευταία, οι σκουτερίστες και οι μοτοσυκλετιστές, το χάζευαν στα φανάρια. Πίσω από το ιδιόμορφο μπροστινό μέρος συνεχίζει μια μεγάλη επίπεδη ποδιά που ενώνεται με ένα αρκετά ψηλό, αλλά στενό, πίσω μέρος με “δυόροφη σέλα”. Το G-Dink τελειώνει όπως ξεκινάει, δηλαδή με γωνίες, αλλά και με ένα μεγάλο στοπ.
ΜΕΓΕΘΟΣ-BΑΡΟΣ: Μεσαίων διαστάσεων (αν δεν είχε τόσο μεγάλο εμβαδόν το δάπεδο θα μιλούσαμε για μικρές διαστάσεις), χαμηλού συνολικού ύψους, που απευθύνεται και σε χαμηλότερα ύψη αναβατών. Το βάρος είναι διαχειρίσιμο και μοιάζει λιγότερο ακόμα και σε στάση, λόγω του ότι το G-Dink κουβαλάει τις μάζες του χαμηλά. Εξάλλου έχουν γίνει προσπάθειες από τους σχεδιαστές της Kymco για κάτι τέτοιο, έτσι ώστε να διευκολύνεται η κίνηση μέσα στην πόλη. Το βάρος του κενό φτάνει τα 157 κιλά.
ΤΡΟΧΟΙ: Τροχός 13 ιντσών μπροστά και 12 ιντσών πίσω. Σταθερότερο γίνεται το τιμόνι, γρηγορότερο το πίσω μέρος. Οι ζάντες (3.00 και 3.50) είναι χυτές αλουμινένιες, 5μπρατσες και βαμμένες σκούρο γκρι μεταλλικό. Τα ελαστικά είναι Maxxis, σε διαστάσεις 120/70 μπροστά και 140/70 πίσω.
ΠΡΙΝ ΤΗ ΒΟΛΤΑ
ΘΕΣΗ ΟΔΗΓΗΣΗΣ: Η σέλα βρίσκεται χαμηλά τοποθετημένη, ενώ τα γόνατα μπαίνουν κάπως ψηλά στο επικλινές δάπεδο (μικρή απόσταση μεταξύ σέλας και δαπέδου), που όμως προσφέρει πολύ χώρο, κι έτσι τους επιτρέπει να μετακινούνται μπροστά-πίσω, αλλά και να πατούν πάνω στο “σκαλοπάτι” του κατώτερου τμήματος της ποδιάς. Το τιμόνι είναι πλατύ, κοντά στο σώμα του αναβάτη και τοποθετεί τα χέρια ψηλά, σε θέση που του προσφέρεται ευκολία χειρισμών, αλλά και στήριξης κατά το φρενάρισμα. Το οπτικό πεδίο μπροστά είναι επαρκέστατο, για ακριβείς ελιγμούς ανάμεσα σε αυτοκίνητα, ενώ το ύψος του δαπέδου από τα πεζοδρόμια δεν είναι μεγάλο και χρειάζεται προσοχή στα ανεβοκατεβάσματα.
ΤΙΜΟΝΙ: Όπως είπαμε και πριν, το τιμόνι είναι πλατύ και ψηλά τοποθετημένο, κάνει μια μεγάλη καμπύλη σχήματος “U” στο κέντρο του και καλύπτεται από γκρίζο πλαστικό κάλυμμα. Στα άκρα του διαθέτει καλοφτιαγμένα αντίβαρα. Με αυτή τη διάταξη το τιμόνι προσφέρει μεγάλο μοχλισμό και έτσι το στρίψιμο του 13άρη μπροστινού τροχού γίνεται “με τη σκέψη”. Το κόψιμό του μπροστινού τροχού είναι μεγάλο – μικρή ακτίνα στροφής – άρα το G-Dink χώνεται και “ξεμπερδεύει” ακόμα κι από τα δυσκολότερα περάσματα.
ΣΕΛΑ: Έντονα “δίπατη”, με τον αναβάτη να κάθεται στον “κάτω όροφο” και τον συνεπιβάτη στον “πρώτο”. Το αφρώδες για τον αναβάτη είναι όσο χρειάζεται για να δίνει κάμποση άνεση, το κάλυμμά της σέλας είναι ιδιαίτερα αντιολισθητικό, ενώ η σχεδίασή της – αν και δεν είναι μεγάλη σε διαστάσεις – είναι τέτοια που δίνει καλή αίσθηση και στήριξη. Η σέλα ανοίγει, από τον κεντρικό διακόπτη, με το στρίψιμο του κλειδιού. Το ύψος της σέλας είναι χαμηλό, επιτρέποντας στα πόδια να πατούν εύκολα στη γη.
ΣΥΝΕΠΙΒΑΤΗΣ: Πιο πολύ αφρώδες σέλας έχει τοποθετηθεί στο τμήμα της σέλας του αναβάτη, που εισπράττει λίγο αέρα παραπάνω, στο κομμάτι του σώματος που δεν καλυπτεται από τον αναβάτη. Ο συνεπιβάτης διαθέτει χειρολαβές, αναδιπλούμενα μαρσπιέ, αλλά και ένα χρήσιμο, μαξιλαράκι με γερή βάση πίσω του, που λειτουργεί περισσότερο σαν όριο ασφαλείας.
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΟΔΙΑΣ/ΖΕΛΑΤΙΝΑΣ: Η ποδιά έχει πλάτος στο κατώτερο της μέρος, αλλά λεπταίνει προς τα πάνω, κάτι που συμβαίνει και στη φιμέ ζελατίνα. Άρα καταλαβαίνετε και ποιά είναι η προστασία από αέρα και βροχή. Ο αέρας σε ταχύτητες άνω των 80 χ.α.ω χτυπάει τον αναβάτη στην περιοχή του στήθους-λαιμού.
ΑΠΟΘΗΚΕΥΤΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ: Ρηχός ο χώρος κάτω από τη σέλα, που χωράει ένα ανοικτό (jet) κράνος, ενώ υπάρχουν και άλλα δύο ντουλαπάκια – δεν κλειδώνουν – μπροστά στην ποδιά. Το αριστερό μάλιστα διαθέτει και παροχή ρεύματος, για φόρτιση κινητού, GPS, κ.λπ. Ένας πρωτότυπος σένσορας ενεργοποιεί ένα λαμπάκι LED που φωτίζει τον αποθηκευτικό χώρο, όταν ανοίγει η σέλα.
ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ
ΕΝΤΟΣ ΠΟΛΗΣ: Κατ’ αρχήν είναι πολύ σημαντικό ότι λόγω ύψους του δαπέδου, αλλά και μήκους του, το πόδι του αναβάτη περνάει πολύ εύκολα για να καβαλήσει το σκούτερ. Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό που ίσως να μην ακούγεται και σαν πολύ σημαντικό αρχικά, αλλά άν κάποιος έχει να ανέβει/κατέβει “50 φορές την ημέρα” στο σκούτερ του, στο τέλος αντιλαμβάνεται τη διαφορά. Διαφορά θα δούν και οι “ όχι τόσο νέοι” και οι “όχι τόσο γυμνασμένοι” σκουτερίστες… Το επίπεδο δάπεδο και οι διαστάσεις του δίνουν μεγάλες δυνατότητες μεταφοράς αντικειμένων, σε συνδυασμό με το ψηλά τοποθετημένο τιμόνι. Κάθεσαι λοιπόν χαμηλά σε ένα σκούτερ με εξίσου χαμηλό κέντρο βάρους και τα χέρια σου είναι βαλμένα ψηλά, πατάς τη γρήγορης εκκίνησης μίζα και ανοίγεις το γκάζι και συνειδητοποιείς ότι η όλη αίσθηση του σκούτερ μοιάζει με 125άρι… Εύκολο στους χειρισμούς με τα κιλά να μοιάζουν όχι 157, αλλά 127 από κάτω σου.
Η συμπεριφορά του είναι εμφανώς “γρήγορη” και το 300άρι ελίσσεται ταχύτατα σε κάθε εντολή που του επιβάλλεις. Είναι απολαυστικά προβλέψιμο και σε κάνει – αν είναι δυνατόν; – να αδημονείς να μπεις σε πυκνή κίνηση και να σημειώσεις νίκες στο ενεργητικό σου. Η συνολική αίσθηση είναι ενός συμπαγούς, ενιαίου συνόλου με ακρίβεια στις κινήσεις του, που γίνεται πολύ γρήγορα “φίλος σου” μέσα στην πόλη.
Από πλευράς κινητήρα υπάρχουν μερικοί κραδασμοί στο ρελαντί, που γίνονται αντιληπτοί στο τιμόνι, ενώ την εμφάνισή τους την κάνουν – υπό μορφή γαργαλητού στο δάπεδο – και πάλι πάνω από τις 7.000 στροφές, με το κοντέρ να δείχνει κοντά στα 120 χ.α.ω. Η μετάδοση που είναι καινούργια επιτρέπει στον κινητήρα να εκκινήσει το σκούτερ με ομαλότητα μέχρι τα 20 χιλιόμετρα την ώρα και μετά να επιδείξει μια πολύ καλή απόκριση στο άνοιγμα του γκαζιού μέχρι τα 50 κυρίως, αλλά και τα 80 χ.α.ω σε δεύτερη – πιο αργή – φάση. Έχουμε λοιπόν μιαν “οφέλιμη” περιοχή, με καλές επιδόσεις ροπής, από τα 20 μέχρι τα 80 χ.α.ω (βλ. ότι πρέπει για χρήση πόλης), ενώ με επιμονή το κοντέρ θα φτάσει τα 125 χ.α.ω.
Τα φρένα είναι από τους τομείς που το G-Dink 300 μας καλύπτει πλήρως, αφού προσφέρουν αίσθηση στις μανέτες, επιτρέποντας στον αναβάτη να επιλέξει πόση δύναμη θέλει να βάλει και το αποτέλεσμα να είναι πολύ καλό και προβλέψιμο (υπάρχει “ενημέρωση” προς τον αναβάτη για το τι συμβαίνει “εκεί κάτω”, από πλευράς τροχών και πρόσφυσης). Το φρενάρισμα γίνεται σε μικρές αποστάσεις σε καλή άσφαλτο, τη στιγμή που τα 35άρια καλάμια σε οριακές καταστάσεις στρεβλώνουν, λόγω του ότι υπάρχει ένα δισκόφρενο στον μπροστινό τροχό και μονόπλευρη εφαρμογή δύναμης προς το πιρούνι. Σε κακή άσφαλτο τα συγκεκριμένα λάστιχα γλιστρούν, αλλά μην ξεχνάτε ότι σε τέτοιες συνθήκες θα χρειαστούν αγωνιστικές γόμες ελαστικών για να εισπράξεις καλό φρενάρισμα…
Το κράτημα του G-Dink στις στροφές είναι ουδέτερο, χωρίς ταλαντώσεις και ασάφειες στις κινήσεις του σκούτερ, στο μέτρο του δυνατού των συγκεκριμένων τροχών (13 και 12 ιντσών) φυσικά.
ΕΚΤΟΣ ΠΟΛΗΣ: Ταξίδι θα μπορέσει να κάνει κάποιος, αρκεί να μην έχει απαιτήσεις του στυλ “μέσες ταχύτητες ταξιδιού πάνω από 110 χ.α.ω” και “ταξίδι χωρίς πολλές στάσεις”, αφού όπως είπαμε νωρίτερα μιλάμε για ένα σκούτερ του άστεως και όχι της εξοχής… Η προστασία από τον αέρα είναι ελλιπής και οι διαστάσεις της σέλας ικανοποιητικές, αλλά όχι “αρχοντικές”. Από την άλλη πλευρά η αυτονομία του δεν θα σας απογοητεύσει καθόλου, σε συνδυασμό με τη χαμηλή κατανάλωση του κινητήρα (διαβάστε ακριβώς μετά).
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ: Είναι ικανοποιητική η ιπποδύναμη του μονοκύλινδρου, υδρόψυκτου, 2βάλβιδου κινητήρα, αλλά το ίδιο είναι και η ροπή του που δίνει τέτοιες επιδόσεις. Υπάρχει προθυμία στο ανέβασμα των στροφών σε μεσαίες ταχύτητες, ενώ η τελική ξεπερνάει τα 125 χ.α.ω στο κοντέρ. Η κατανάλωση κυμαίνεται ανάμεσα σε 3,2 και 3, 6 λίτρα βενζίνης για 100 χιλιόμετρα διαδρομής κι έτσι το 9,5λιτρο ντεπόζιτο μπορεί να προσφέρει μέχρι και 290 χιλιόμετρα αυτονομίας, με λίγη καλή θέληση.
ΤΕΛΙΚΑ…
Το G-Dink 300i καλύπτει τον τομέα του χρηστικού, εύκολου 300αριού πόλης στη γκάμα της Kymco και μπορεί εύκολα να οδηγηθεί από αρχάριους σκουτερίστες, που δεν θέλουν κάτι ογκώδες και απαιτητικό με μεγαλύτερο ύψος και βάρος. Καταφέρνει ακόμα και σε δύσκολες συνθήκες να φέρνει μειδίαμα ευχαρίστησης στα χείλη του αναβάτη και διαθέτει έναν κινητήρα που είναι διασκεδαστικός στα ανοίγματα του γκαζιού και τις ρεπρίζ.
Αντάρτης λοιπόν το G-Dink, αντάρτης της χρηστικότητας, αποτελεσματικός και άμεσος. Χτυπάει το στόχο του με επιτυχία, πραγματοποιεί τις δυσκολότερες μανούβρες μέσα στην πόλη και μετά αποχωρεί νικητής.
ΟΡΓΑΝΑ: Απλής σχεδίασης όργανα, με ένα στρογγυλό αναλογικό “ρολόι” που είναι το στροφόμετρο στη δεξιά πλευρά και ένα μεγάλο ψηφιακό όργανο με κοντέρ, αλλά και πλήθος άλλων πληροφοριών (χιλιομετρητές, φώτα, θερμοκρασία ψυκτικού υγρού, βενζινόμετρο, ψεκασμός, σέρβις, φόρτιση μπαταρίας, φλας, φώτα, λάδι κινητήρα, ρεζέρβα, κ.λπ.)
ΦΩΤΑ: Ικανοποιητικά φώτα, με προβολείς που καλύπτονται από ένα ενιαίο τζάμι που μπλεδίζει, με προβολέα και 6 LED πορείας. Η δέσμη του προβολέα είναι στενή στο κέντρο της (σχήματος V). Το κενό αυτό της δέσμης “γεμίζει” με το πάτημα της σκάλας hi beam που είναι ισχυρή. Εμφανή είναι και τα φλας (που κάνουν τον γνωστό ήχο “τακ-τακ” όταν δουλεύουν) καθώς και το οπίσθιο φωτιστικό σώμα.
ΚΟΡΝΑ: Καλή κόρνα, που κάνει τους άλλους να σε προσέχουν.
ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΡΕΖΕΡΒΟΥΑΡ: Η τάπα βρίσκεται κάτω από τα ντουλαπάκια στο κέντρο της ποδιάς. Ανοίγεις πρώτα το πορτάκι και μετά ξεκλειδώνεις τη μεγάλη μεταλλική τάπα. Αυτό σημαίνει ότι δεν χρειάζεται να ξεκαβαλήσεις ούτε εσύ, ούτε ο συνεπιβάτης στο βενζινάδικο για ανεφοδιασμό (κάτι που ισχύει σε σκούτερ που έχουν ρεζερβουάρ και τάπα κάτω από τη σέλα).
ΣΤΑΝΤ: Το Kymco G-Dink έρχεται εφοδιασμένο με πλάγιο, αλλά και κεντρικό σταντ. Το κεντρικό ανοίγει εύκολα, με λίγη πίεση του ποδιού στον ειδικό μοχλό/άκρο. Για να κατέβει το σκούτερ από το σταντ απαιτείται λίγη παραπάνω δύναμη, αλλά η στήριξή του είναι σωστή.
ΔΙΑΚΟΠΤΕΣ: Μεγάλοι διακόπτες εργονομικοί και εύκολοι στη χρήση. Οι διακόπτες του G-Dink είναι πλήρεις αφού και οn-off για τα φώτα περιλαμβάνουν, και hazard-alarm, αλλά και διακόπτη για σινιάλο hi beam.
ΣΧΑΡΑ, ΧΕΙΡΟΛΑΒΕΣ: Μικρού μήκους γερή σχάρα, που παράλληλα διαθέτει και μαξιλάρι/κόντρα για τον συνεπιβάτη και χειρολαβές.
ΚΑΘΡΕΦΤΕΣ: Καλού οπτικού πεδίου καθρέφτες, λόγω ψηλής τοποθέτησης, που θέλουν υπολογισμό στη διήθηση, γιατί σε περιπτώσεις μεγάλων καθρεφτών SUV μπορεί να “βρουν”. Ρυθμίζονται εσωτερικά, όπως οι καθρέφτες αυτοκινήτου.
ΕΞΤΡΑ & ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ: Παροχή ρεύματος (τύπου αναπτήρα αυτοκινήτου) στο ντουλαπάκι της ποδιάς, άγκιστρο μεταφοράς αποσκευών στην ποδιά, πλάγιο σταντ, μαξιλαράκι συνεπιβάτη