fbpx

BMW C 400 GT, Πλήρης Δοκιμή

Το δεύτερο βήμα ήταν “τουριστικό”

* Κυβισμός: 350 cc * Ιπποδύναμη: 34,0 ίπποι στις 7.500 rpm * Τελική: 141 km/h * Βάρος: 212 Kg (γεμάτο) * Τιμή: 8.100 ευρώ (βασική έκδοση)

Όταν το BMW C 400 Χ προτείνεται για καθημερινή χρήση, τότε το BMW C 400 GT πηγαίνει για εκδρομές και καλύπτει τους τουριστικούς προορισμούς. Δοκιμάζουμε το νέο, εντυπωσιακής σχεδίασης, maxi scooter τουρισμού της βαυαρικής εταιρίας, που μας αποκαλύπτει τις ιδιαίτερες ικανότητές του και μας εκπλήσσει… με ένα εξαιρετικό για σκούτερ κράτημα. Κείμενο: Βασίλης Αντζουλάτος, Φωτογραφίες: Μιχάλης Λαζαρίδης

Η είσοδος της BMW στη μεσαία κατηγορία των maxi scooter συνεχίζεται κανονικότατα με τον ερχομό του δεύτερου “400αριού” του γερμανικού εργοστασίου, το οποίο, όπως συνηθίζεται απ’ όλους τους κατασκευαστές, διαθέτει μικρότερο κινητήρα… 350 κυβικών.

Ό,τι έκανε η BMW στη μεγάλη κατηγορία κυβισμού με τα C 650 GT και C 650 Sport πριν από μερικά χρόνια, το επαναλαμβάνει τώρα και στη μεσαία κατηγορία, και αξιοποιώντας το ίδιο μοτίβο παρουσιάζει δυο σκούτερ με διαφορετικά ρούχα και χρήσεις: μια έκδοση “αστικής χρήσης” που λέγεται Χ και μια έκδοση “τουριστικής” που λέγεται GT. Koινό DNA, διαφορετική αμφίεση. Έτσι, μετά το BMW C 400 X, η επόμενη παραλλαγή τονίζει περισσότερο το ταξίδι, την άνεση και τον εξοπλισμό: ιδού, λοιπόν, το Grand Turismo.

Γιατί όμως αποφάσισε η BMW να διευρύνει τη γκάμα της και να επεκταθεί στην κατηγορία των μεσαίων maxi scooter; Μα επειδή η κατηγορία αυτή γίνεται ολοένα πιο δημοφιλής και προσφέρει τη δυνατότητα μεταφοράς δύο ανθρώπων ταχύτερα, πιο άνετα και ασφαλέστερα σε σύγκριση με την κατηγορία των 300 κυβικών.

Παράλληλα, η τιμή δεν αυξάνεται δυσανάλογα, ξεκινάει από τις 5.000 και φτάνει το πολύ κοντά στις 8.000 ευρώ, ενώ οι επιδόσεις δεν υπολείπονται ιδιαίτερα εκείνων της μεγάλης κατηγορίας των 500 + κυβικών.

Παρά την προφανή ομοιότητα, το νέο 400 έχει ένα ανασχεδιασμένο κουστούμι που λανσάρει γωνίες και αιχμές, και περιλαμβάνει έναν καινούριο προβολέα με τέσσερα συμμετρικά φώτα LED, που δίνει το στίγμα της δικής του προσωπικότητας.

Γωνίες και στο οπίσθιο τμήμα του σκούτερ

Με στόχο τη μεγαλύτερη προστασία του αναβάτη, σε συνεργασία με τη νέα ψηλότερη και πλατύτερη ζελατίνα και τη φαρδύτερη ποδιά, το μοντέλο φέρνει και μια νέα σέλα δύο επιπέδων – με κεντημένο λογότυπο GT – που χαρίζει περισσότερη άνεση στους επιβαίνοντες. Ένα ακόμα σημείο που αναθεωρήθηκε από πλευράς εργονομίας είναι τα μαρσπιέ για τα πόδια του αναβάτη, που τώρα έχουν επεκταθεί, δίνοντάς του τη δυνατότητα να τα τεντώσει. Με το ‘να και τ’ άλλο, το GT αύξησε το βάρος του κατά 8 κιλά σε σύγκριση με το C 400 X, φτάνοντας τα 212 κιλά.

 Η εμφάνισή του είναι πιο πληθωρική από το ΒΜW C400 Χ (διαβάστε δοκιμή του εδώ) αφού προτείνεται από την εταιρεία σαν σκούτερ Gran Turismo, εξού και το αρκτικόλεξο GT δίπλα στο όνομά του. Πέρα από το έμβλημα της BMW που προσθέτει κύρος, ένα από τα μεγαλύτερα ατού του 400 GT είναι αναμφισβήτητα η εμφάνιση του, κι αυτό όχι μόνο επειδή τραβάει την προσοχή του κόσμου. Οι γραμμές του δεν είναι συνηθισμένες – από όπου κι αν το κοιτάξεις το 400 διαφοροποιείται.

Χωρίς αυτό να σημαίνει πως αρέσει σε όλους, το 400 κάνει ένα θαρραλέο βήμα μπροστά προτείνοντας τη δική του ιδιαίτερη άποψη και στην πραγματικότητα δεν μοιάζει με τίποτα από ό,τι έχουμε δει μέχρι σήμερα. Κανείς, λοιπόν, δεν μπορεί να επιρρίψει στην BMW την κατηγορία που ακούμε πολύ συχνά πλέον: ότι ο ένας αντιγράφει τον άλλον… και σχεδόν όλοι αντιγράφουν το Yamaha TMAX 530.

Κοντά στους 30 ίππους φτάνουν στον τροχό από τον τετραβάλβιδο κινητήρα της BMW

Η συνολική σχεδίαση είναι σαφώς επηρεασμένη από την αυτοκινητιστική αισθητική των SUV, ενώ ο προβολέας νομίζεις ότι προέρχεται από σπορ αυτοκίνητο (με δύο εισαγωγές από κάτω). Αν κοιτάξεις από πάνω το φέρινγκ του 400, θα διαπιστώσεις ότι το σχήμα του είναι μυτερό, τα φλας είναι ενσωματωμένα στα πλαϊνά τμήματα του φέρινγκ, η σέλα είναι δύο επιπέδων με μεγάλο σκαλοπάτι πλάτη για τον αναβάτη και ο συνεπιβάτης κάθεται ψηλά πάνω στο σκούτερ, ενώ τα πλαϊνά τμήματα της ουράς είναι εξογκωμένα τετραγωνίζοντας την ουρά του 400.

Πλατιά ζελατίνα – μικροί καθρέφτες

Το οπίσθιο φωτιστικό σώμα είναι κομψό και διαθέτει λευκά κρύσταλλα, με το τελικό της εξάτμισης που βγαίνει στη δεξιά πλευρά του σκούτερ να είναι κοντό και φάλτσα κομμένο στο τέλος του. Παρότι η εμφάνιση προσπαθεί να ξεχωρίσει, το 400 διατηρεί την εταιρική ταυτότητα και θυμίζει ελαφρώς τον μεγαλύτερο αδελφό C 650 GT.

Κοντό τελικό εξάτμισης με καλό, μπάσο ήχο


Η μεγάλη χωρητικότητα αποθήκευσης είναι απαραίτητη σε ένα σκούτερ τέτοιου χαρακτήρα, κι έτσι η BMW έχει σχεδιάσει έναν αρκετά μεγάλο χώρο, εξοπλισμένο με ένα ευφυές σύστημα που ονομάζεται Flex-Case. Ο χώρος αυτός μπορεί να διαμορφωθεί με δυο τρόπους: έχει πλήρη χωρητικότητα – όταν επεκτείνεται – μόνο όταν το σκούτερ έχει σταματήσει να κινείται, αφού είναι πτυσσόμενος και φτάνει πολύ κοντά στον οπίσθιο τροχό.

Περιορισμένος ο χώρος κάτω από τη σέλα

Για να πάρει μπροστά το σκούτερ, το σύστημα Flex-Case πρέπει να μαζευτεί, άρα η δυνατότητα μεταφοράς αντικειμένων μειώνεται δραματικά. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορείς να κινείσαι μεταφέροντας ένα δεύτερο κράνος κάτω από τη σέλα.

Συνολικά η καλή ποιότητα κατασκευής και το καλό φινίρισμα είναι εμφανή, ενώ όπως και το αδελφάκι του, το C 400Χ, με τη λιτή και πιο λιγνή εμφάνιση, έτσι και το BMW C 400 GT είναι κατασκευασμένο στην Κίνα από την εταιρεία Loncin.

Στο δρόμο

Η μεγάλη, καλοφτιαγμένη σέλα του BMW C 400 GT υποδέχεται τον αναβάτη που απολαμβάνει το πλάτος της και δεν απέχει πολύ από το έδαφος, οπότε δεν είναι δύσκολο να ακουμπήσουν και τα δύο πόδια κάτω (με ύψος αναβάτη στο 1,80 μ). Σε αυτό βοηθούν και τα δυο κοψίματα-εσοχές στο τέλος των μαρσπιέ-δαπέδου του σκούτερ.

Το 400 διαθέτει επίσης μια άνετη σέλα με υποστήριξη-μαξιλαράκι στην οσφυϊκή χώρα του αναβάτη, ενώ στον εξτρά εξοπλισμό που προσφέρει το εργοστάσιο, υπάρχει και χαμηλότερη σέλα, για τα κοντύτερα αναστήματα.

Το τιμόνι είναι πιο χαμηλό από το μοντέλο Χ με νέο σχήμα, τα μαρσπιέ είναι μεγαλύτερα σε μήκος και πλάτος, ενώ έχουν και δεύτερη, υψηλότερη θέση “σκαλοπάτι” για εναλλακτική τοποθέτηση των ποδιών του αναβάτη. Έτσι το C 400 GT είναι πιο άνετο και ευρύχωρο από τον αδερφό του, προσφέροντας παράλληλα και μεγαλύτερη προστασία από τα στοιχεία της φύσης.

Εξαιρετική η οθόνη-όργανο του 400, αλλά στον εξτρά εξοπλισμό

Επίσης, ο χώρος που προορίζεται για τον σύντροφο-συνεπιβάτη στις μετακινήσεις, τις βόλτες και τα ταξίδια είναι πολύ φιλόξενος (ένα από τα ατού του scooter), με μεγάλη, απολαυστική σέλα και σταθερά μαρσπιέ αντί για αναδιπλούμενα.

Λόγω του ότι η σέλα του συνεπιβάτη είναι σχετικά υπερυψωμένη, τα σταθερά μαρσπιέ τον βοηθούν να ανεβοκατεβαίνει πιο εύκολα, χρησιμοποιώντας τα σαν αναβατήρες.

Καλή προστασία, αλλά όχι ρυθμιζόμενη ζελατίνα

Σε σύγκριση με το “πιο καθημερινό” C 400 X, ο διαθέσιμος χώρος για τα πόδια είναι περισσότερος, με τη θέση οδήγησης να είναι όρθια και φυσική. Η προστασία που προσφέρει το σκούτερ είναι πολύ καλή από τα πόδια μέχρι το κεφάλι, ενώ η ζελατίνα έχει ένα “σπάσιμο” στο μέσον της που δυστυχώς παραμορφώνει τα είδωλα.

Μια ψηλότερη ζελατίνα θα έδινε ακόμα περισσότερη -τουριστική- προστασία, μειώνοντας όμως την τελική και αυξάνοντας την κατανάλωση καυσίμου.

Εκτός από τον αποθηκευτικό χώρο κάτω από τη σέλα με το “πτυσσόμενο” σύστημα Flexcase, πίσω από την ποδιά υπάρχουν δύο μεγάλα ντουλαπάκια, με παροχή ρεύματος στο δεξί εξ αυτών.

Σαν μοντέλο BMW που είναι, έχει μια μακρά λίστα αξεσουάρ για να γίνει πιο πλήρες, κι εμείς θα προτείναμε να επιλέξτε το πακέτο που περιλαμβάνει το σύστημα Connected Ride με το όργανο TFT με οθόνη 6,5″, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί εύκολα και με ασφάλεια σε συνεργασία με το smartphone για πραγματοποίηση κλήσεων, ακρόαση μουσικής ή πλοήγηση, ακόμα και κατά τη διάρκεια της οδήγησης.

Το BMW C 400 GT διαθέτει έναν μοντέρνο κινητήρα 350 κυβικών, μονοκυλίνδρο με υγρόψυξη, αντικραδασμικό άξονα και κυλινδροκεφαλή με τέσσερις βαλβίδες που κινούνται από έναν εκκεντροφόρο και η μετάδοση είναι κλασικά αυτόματη με φυγοκεντρικό συμπλέκτη, ενώ υπάρχει μια καινοτομία στη μετάδοση που βελτιώνει τη λειτουργία του ιμάντα κάνοντάς την πιο ομαλή. Ο κινητήρας διαθέτει σύστημα ελέγχου πρόσφυσης στον στάνταρ εξοπλισμό του.

Επίσης στον στάνταρ εξοπλισμό η εταιρία προσφέρει ένα πολύ εύχρηστο και βολικό σύστημα Keyless.

Ξεκινώντας τον κινητήρα, ο αναβάτης ακούει λίγους μηχανικούς θορύβους κι έναν αρκετά υψηλό και μπάσο θόρυβο από το κοντό τελικό της εξάτμισης. Η μετάδοση του 400 είναι σχετικά κοντή και άμεση, αλλά πολύ προοδευτική με το απότομο άνοιγμα του γκαζιού να κινεί τον κορμό του αναβάτη προς τα πίσω.

Μιας και λόγω του ύψους του τιμονιού η στήριξη δεν είναι καλή, αυτό τον υποχρεώνει να σφίγγει συχνά τους κοιλιακούς και να στηρίζεται-κοντράρει στο σκαλοπάτι της σέλας του.

Δύο δίσκοι με πολύ καλή απόδοση στο φρενάρισμα

Το ελαφρύ και γρήγορο τιμόνι και το μεγάλο κόψιμο δίνουν την εντύπωση ότι έχεις να κάνεις με σκούτερ πόλης με 14άρη τροχό, τέτοια είναι η απολαυστική ευελιξία που εμφανίζει το 400 στην πόλη.

Επίσης το πιρούνι είναι τόσο μαλακό που απορροφά πολύ καλά τις λακκούβες και τα σαμαράκια, αλλά βυθίζεται έντονα στο δυνατό φρενάρισμα.

Καλή σέλα για τον αναβάτη, όχι τόσο καλή για τον συνεπιβάτη

Τα δύο αμορτισέρ πίσω, σχεδόν κάθετα τοποθετημένα, είναι σκληρότερα στη λειτουργία τους από το πιρούνι, μην απορροφώντας τόσο καλά τους κραδασμούς. Σε δρόμους με ανωμαλίες, τα χτυπήματα από την ανάρτηση περνάνε “κοφτά” και γίνονται αισθητά στη μέση του αναβάτη και του συνεπιβάτη.

Το πλαίσιο του BMW C 400 GT είναι καλοφτιαγμένο, τύπου χωροδικτύωμα από σωλήνες χάλυβα, με το τηλεσκοπικό πιρούνι να είναι συμβατικό με καλάμια διαμέτρου μόλις 35 mm, αν και στην πράξη νομίζεις ότι έχεις να κάνεις με δυο καλά “40άρια” καλάμια.

Άρα έχουμε ένα σκούτερ που διαθέτει ένα γρήγορο τιμόνι, μαλακή μπροστινή ανάρτηση και πιο σκληρά πίσω αμορτισέρ με διαφορετική συμπεριφορά.

Η απορρόφηση κραδασμών μπροστά/πίσω δεν είναι ομοιογενής, αλλά ευτυχώς το 400 καταφέρνει να μπαίνει και να μένει σαν ενιαίο σύνολο στις στροφές, παρουσιάζοντας μάλιστα εξαιρετικό κράτημα… για την ακρίβεια, από τα καλύτερα που έχουν εμφανιστεί σε σκούτερ, με τα εξαιρετικά λάστιχα Pirelli Angel να διαπρέπουν για άλλη μια φορά.

Πληροφοριακά, οι τροχοί του 400 είναι 15 και 14 ιντσών αντίστοιχα μπροστά και πίσω, και τα ελαστικά είναι 120/70 -15 και 150/70-14.

Δύο δίσκοι των 265 χιλιοστών μπροστά και ένας ακόμα πίσω, αναλαμβάνουν το φρενάρισμα, με τις μπροστινές δαγκάνες να είναι τεσσάρων εμβόλων και ακτινικής τοποθέτησης. Ένα δικάναλο ΑΒS φροντίζει τις “ατασθαλίες” της πρόσφυσης κατά την επιβράδυνση.

Εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα πολύ καλό μπροστινό φρένο (που έρχεται από την iνδική θυγατρική της Brembo, την Bybre) το οποίο χαρίζει μπόλικη σιγουριά και αίσθηση ασφάλειας στον χρήστη, και με ένα ισχυρό μεν, αλλά “ξερό”, χωρίς πολλή αίσθηση πίσω φρένο, που κάνει καλή δουλειά αλλά μάλλον ώς συνοδευτικό μπορεί να χρησιμοποιηθεί.

Το δικάναλο ABS είναι, φυσικά, πολύ χρήσιμο και επεμβαίνει κατάλληλα και λογικά στον μπροστινό και πιο παρεμβατικά στον πίσω τροχό. Οι μανέτες των φρένων δυστυχώς δεν είναι ρυθμιζόμενες, κάτι που να θα έπρεπε να διαθέτει οπωσδήποτε ένα σκούτερ τέτοιας τιμής και τοποθέτησης premium.

Μιας και πιάσαμε τις “ρυθμίσεις”… ρυθμιζόμενη θα έπρεπε να είναι και η ζελατίνα, όπως κάθε τουριστικό σκούτερ που σέβεται τον εαυτό του.

O περιστροφικός επιλογέας απομακρύνει τους διακόπτες από τον αντίχειρα

Η λειτουργία του κινητήρα χαρακτηρίζεται από μια άριστη τροφοδοσία, μπόλικη δύναμη και απόκριση στο γκάζι στις “χρήσιμες” ταχύτητες από 30 μέχρι 110 km/h, όπου η κίνηση πάνω στο BMW C 400 GT είναι απλά απολαυστική. Δεν χορταίνεις να νιώθεις την καλή επιτάχυνση (με τον κορμό σου να κινείται προς τα πίσω…) μαζί με την μπάσα ηχητική υπόκρουση του τελικού της εξάτμισης. Υψίσυχνοι κραδασμοί περνούν από τον κινητήρα στο τιμόνι και στη σέλα, αναλόγως τις στροφές λειτουργίας του, περισσότερο σαν γαργάλημα, και θα γίνουν ελαφρά ενοχλητικοί μόνο μετά από μεγάλης διάρκειας βόλτες.

Τι όψη! Χαμηλά “μάτια” και “ρουθούνια” και πλατύ “κούτελο”

To traction control ΑSC του κινητήρα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο και παρεμβαίνει υπερβολικά: πας για παράδειγμα να ανέβεις ή να κατέβεις πεζοδρόμιο και αυτό ενεργοποιείται δυσκολεύοντας το έργο (πως είπατε; αν παρκάρουμε στο πεζοδρόμιο; Όταν δεν υπάρχουν ειδικοί χώροι για πάρκινγκ δικύκλων, ναι…), ενώ το ίδιο ισχύει και σε γλιστερές επιφάνειες δρόμων, όπου η ανάφλεξη κόβεται απότομα.

Στο κυνήγι της τελικής, το BMW C 400 GT δεν τα πηγαίνει άσχημα για τον όγκο του, με τη μεγάλη μετωπική επιφάνεια να το “φρενάρει” στα 148 km/h στο κοντέρ, τα οποία είναι 141 πραγματικά km/h. H κατανάλωση του μονοκύλινδρου, 4βάλβιδου κινητήρα έφτασε τα 4.2 λίτρα / 100 km/h κι έτσι η αυτονομία ξεπερνάει τα 300 χιλιόμετρα.

Τελικά…

Καταρχάς πρέπει να απονείμουμε εύσημα στην BMW για το γεγονός ότι – παρόλο που δεν είναι αμιγής “σκουτερο-εταιρία” – μας παραδίδει μέσω των δυο της C 400 μια πολύ καλή οδική συμπεριφορά που χαρίζει μεγάλο αίσθημα ασφάλειας στον αναβάτη.

Με αυτό σαν όπλο, μαζί με τα καλά φρένα, την εύκολη χρήση και την περίσσια άνεση που προσφέρει, αλλά και τον εξοπλισμό (στάνταρ και προαιρετικό), το BMW C 400 GT γίνεται ένα μοντέλο που αξίζει την προσοχή των ενδιαφερόμενων στη μεσαία κατηγορία των maxi scooter.

Η τιμή του στα 8.100 ευρώ είναι κατά πολύ υψηλότερη, ιδιαίτερα από τον ανταγωνισμό της Kymco (Downtown 350, στα 5.000 ευρώ) και της Piaggio (Beverly 350, στα 5.400 περίπου) αλλά όχι ιδιαίτερα υψηλότερη σε σύγκριση με τον ιαπωνικό ανταγωνισμό των Yamaha και Suzuki (με κινητήρες 400 κυβικών), που κινείται κοντά στις 7.300-7.700 ευρώ.

Δεν θα ήταν σωστό στις 8.100 ευρώ να προσθέσουμε και τις τιμές του εξτρά εξοπλισμού, αν και για την “οθόνη-όργανο-συνδεσιμότητας” TFT ειδικά, θα λέγαμε ότι είναι απαραίτητη, με την τιμή να ανεβαίνει κατά 650 ευρώ. Επίσης αν προστεθούν και τα: Πακέτο Comfort με θερμαινόμενα γκριπ και σέλα (430 ευρώ), συναγερμός (280 ευρώ), φώτα ημέρας LED (125 ευρώ), η τελική τιμή φτάνει στα 9.585 ευρώ. Έτσι η τιμή ανεβαίνει ψηλά για 400άρι σκούτερ, χωρίς να ξεχνάμε ότι όλα τα παραπάνω είναι προαιρετικά.

Με το BMW C 400 GT η φημισμένη βαυαρική εταιρία μπαίνει σε έναν νέο χώρο με αξιώσεις και σίγουρα με τον δικό της ξεχωριστό τρόπο. Θα πιάσει το πείραμα; Πιστεύουμε πως ναι σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, αλλά αυτό είναι κάτι που μόνο η αγορά και ο χρόνος γνωρίζουν.

Εξοπλισμός αναβάτη: Κράνος Arai QV Pro, Mπουφάν Dainese Tempest-2 D-Dry, Mποτάκια Dainese Biker D-WP Περισσότερες πληροφορίες: ΜC Motor Import, Mιχαλακοπούλου 44, Αθήνα 115 28, τηλ 210 7212986, Dainese D-Store Athens, Mιχαλακοπούλου 36, Αθήνα 115 28, τηλ 210 7222740

Σημειώσεις και Λεπτομέρειες

  • Κάτω από τη σέλα υπάρχει φως, ενώ αν δεν έχει κλείσει σωστά το Flexy-Case ο κινητήρας δεν παίρνει μπροστά
  • Πολύ καλή για άλλη μια φορά η οθόνη TFT της BMW
  • Μικροί είναι οι καθρέφτες στο τιμόνι, άρα και το οπτικό πεδίο που προσφέρουν
  • Η κόρνα του 400 θα μπορούσε να προέρχεται από φορτηγό (μπράβο!)
  • Ο διακόπτης των φλας έχει μικρή κίνηση (και κλικ) και πρέπει να τσεκάρεις το όργανο για να καταλάβεις αν έχει λειτουργήσει
  • Χειρολαβές για τον συνεπιβάτη υπάρχουν στην ουρά του σκούτερ και είναι μεγάλες και εύχρηστες

ΥΠΕΡ

  • Κινητήρας
  • Κράτημα
  • Μπροστινό φρένο
  • Συνεπιβάτης

ΚΑΤΑ

  • Αίσθηση πίσω φρένου
  • Κραδασμοί
  • Αποθηκευτικός χώρος
  • Ζελατίνα που δεν ρυθμίζεται
Τεχνικά Χαρακτηριστικά
ΤΙΜΗ:8.100 ευρώ (βασική έκδοση)
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ:Τετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγρόψυκτος, 350 cc, 4βάλβιδος, 1ΕΕΚ, με ηλεκτρονικό ψεκασμό
ΙΠΠΟΔΥΝΑΜΗ:34 ίπποι, στις 7.500rpm
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΜΠΡΟΣΤΑ / ΠΙΣΩ:
Τηλεσκοπικό, συμβατικό πιρούνι, διαμ. 35mm, διαδρ. 110 mm /Δύο αμορτισέρ, διαδρ. 112 mm
ΦΡΕΝΟ
ΜΠΡΟΣΤΑ / ΠΙΣΩ:
Δύο δίσκοι 265mm /Δίσκος 265mm, με ABS
ΤΡΟΧΟΣ
ΜΠΡΟΣΤΑ / ΠΙΣΩ:
15 ιντσών/ 14 ιντσών (ελαστικά 120/70 μπροστά, 150/70 πίσω)
ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ:1.565mm
ΥΨΟΣ ΣΕΛΑΣ:775 mm
ΡΕΖΕΡΒΟΥΑΡ:12.8 lt
ΒΑΡΟΣ:212 kg (γεμάτο)
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ: BMW Motorrad Hellas

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ